Share

Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2010

Τσιαντής Κώστας- ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Από το  2ο Κεφάλαιο (βιβλιογραφική ανασκόπηση) του Μέρους ΙΙ του ανέκδοτου βιβλίου μας

ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΕ ΚΡΙΣΗ: ΟΡΟΙ ΤΗΣ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ

Κεφάλαιο 2. ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

1. Η συστημική θεωρία.
2. Πολιτικο-οικονομικές θεωρίες της κρίσης
      2.1. Η μαρξιστική κατεύθυνση
      2.2. Η νεοφιλελεύθερη και νεοσυντηριτική κατεύθυνση
3. Τεχνολογικο-οικονομικές θεωρίες του Διεθνούς Συστήματος
      3.1. Γενικά
      3.2. Η θεωρία των μεγάλων κυμάτων
      3.3. Η θεωρία του διεθνούς πιστωτικού συστήματος.
4. Οι θεωρίες για την εξέλιξη της κοινωνίας και των αξιών
     4.1. Γενικά- Η κοινωνιολογική έννοια της κρίσης.
     4.2. Η θεωρία της μεταβιομηχανικής κοινωνίας
     4.3. Οι θεωρίες της αλλαγής των αξιών
5. Φυλογενετικη και οντογενητική θεώρηση της κρίσης-Η ηθολογία του Λόρεντς


1. Η συστημική θεωρία
1. Κοινός τόπος σε όλες τις σύγχρονες θεωρίες της κρίσης είναι η έννοια του συστήματος [1],[2]. Η έννοια αυτή που επιβάλλεται από το γεγονός της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας, συνιστά πλέον προϋπόθεση για την κατανόηση και τον έλεγχο οποιασδήποτε άλλης θεωρίας. Λόγω της "ευριστικής και προγνωστικής τους εμβέλειας" οι συστημικές θεωρίες χρησιμοποιούνται και από τις άλλες θεωρίες της κρίσης, πράγμα που δικαιολογεί το γιατί ξεκινάμε απ' αυτές.
Με βάση το "σύστημα", που θεωρείται πάντα ως λειτουργικό σύνολο υποσυστημάτων [3], η κρίση μπορεί να διακριθεί: α) στην κρίση του οικονομικού συστήματος, β) στην κρίση του πολιτικο /διοικητικού συστήματος [4], και γ) στην κρίση του κοινωνικο /πολιτιστικού συστήματος [5], [6], [7]. Ως κεντρική έκφραση των συστημικών θεωριών μπορεί να θεωρηθεί η συστημική θεωρία του Deutsch.
2. Η συστημική θεωρία του Deutsch λαμβάνει αφετηρία της τις λειτουργίες ενός κοινωνικού σχηματισμού, όπως είναι η διατήρηση προτύπων, η προσαρμογή στο περιβάλλον, η επιδίωξη στόχων, η ολοκλήρωση [συνοχή] [8], η αλλαγή στόχων και η αυτοδιοίκηση . "'Ενα πολύ αναπτυγμένο σύστημα", σύμφωνα με τον Deutsch, "πρέπει να είναι σε θέση να αλλάζει ένα ικανό μέρος της ίδιας της δομής του χωρίς να χάνει τη βασική του συνεκτικότητα και  μια ελάχιστη βασική συνέχεια".
 Τα συστήματα που είναι ικανά για τέτοιες αλλαγές είναι βασικά εκείνα που είναι επιδεκτικά μαθήσεως, με την έννοια της ετοιμότητας για προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Κρίση υπάρχει σε "μια κατάσταση, στην οποία η μέχρι τώρα συμπεριφορά κάποιων πρωταγωνιστών πρέπει να μεταβληθεί υπό την πίεση του χρόνου, εάν σκοπεύεται να αποφευχθεί μια πολύ μεγάλη απώλεια ή βλάβη για το σύστημα (κοινωνικό, πολιτικό, πολιτιστικό, οικονομικό, κτλ.)". Επομένως, το σύστημα ευρίσκεται στην ανάγκη να προχωρήσει στη λήψη κυριαρχικών αποφάσεων υπό την πίεση του χρόνου. Ο χρόνος λήψης των αποφάσεων και η ποιότητά τους εξαρτώνται από την πληροφοριακή ικανότητα του συστήματος. Συστήματα που έχουν ανεπαρκείς πληροφοριακούς διαύλους, δεν είναι σε θέση να αναπτύξουν αντι-δράσεις και δυσκολεύονται να ελέγξουν την εκδήλωση και την όξυνση της κρίσης.
Στη συστημική κρίση των "ανοιχτών κοινωνιών" παρούσα είναι πάντα "η ύπαρξη μιας σχεδόν, ισόρροπης σχέσης μεταξύ του βάρους των πιέσεων από το περιβάλλον και τις πληροφοριακής ικανότητας του συστήματος". Στις δημοκρατικές αυτές κοινωνίες (εντός των οποίων έχουν αναπτυχθεί η κοινωνία των πολιτών, οι δημοκρατικοί θεσμοί και οι δίαυλοι επικοινωνίας του πολιτικού συστήματος με το περιβάλλον), η παραπάνω σχέση επιτρέπει τη διαρκή προσαρμογή του πολιτικού συστήματος στις μεταβαλλόμενες ανάγκες και τα πιεστικά αιτήματα του περιβάλλοντος. Το αποτέλεσμα είναι, μέσα από συστημικές δομικές αλλαγές να επιτυγχάνεται ο έλεγχος της κρίσης και η διατήρηση της συνέχειας του συστήματος μέσα στις αλλαγές [9].
3. "Σύμφωνα με τη συστημική θεωρία", γράφει ο Habermas, "μια κρίση εμφανίζεται όταν η δομή ενός κοινωνικού συστήματος επιτρέπει λιγότερες δυνατότητες για επίλυση προβλημάτων σε σχέση μ' εκείνες που είναι αναγκαίες για τη συνέχιση της ύπαρξης του συστήματος. Με την έννοια αυτή, οι κρίσεις θεωρούνται ως έμμονες διαταραχές της ολοκλήρωσης του συστήματος [10], [11].
Αναζητώντας το αίτιο που παράγει τις κρίσεις στα κοινωνικά συστήματα καθώς και τα όρια της συστημικής θεωρίας της κοινωνίας, ο Habermas κάνει τη διάκριση μεταξύ συστημικής ολοκλήρωσης και κοινωνικής ολοκλήρωσης παρατηρώντας ότι: "Οι κρίσεις στα κοινωνικά συστήματα δεν παράγονται μέσω τυχαίων μεταβολών στο περιβάλλον, αλλά μέσω δομικά κληρονομημένων επιταγών του συστήματος που είναι ασυμβίβαστες και δεν μπορούν ιεραρχικά να ολοκληρωθούν. Δομικά κληρονομημένες αντιθέσεις μπορούν, φυσικά, να προσδιοριστούν μόνο όταν είμαστε ικανοί να προσδιορίσουμε δομές σημαντικές για τη συνέχεια της ύπαρξης. Τέτοιες ουσιαστικές δομές πρέπει να είναι διακρίσιμες από άλλα στοιχεία του συστήματος, τα οποία μπορούν να μεταβληθούν χωρίς το σύστημα να χάσει την ταυτότητά του. Η δυσκολία για να προσδιορίζονται έτσι καθαρά τα όρια των κοινωνικών συστημάτων και η εμμονή των συστημάτων αυτών στη γλώσσα της συστημικής θεωρίας, εγείρουν κατά τον Habermas θεμελιώδεις αμφισβητήσεις σχετικά με τη αποτελεσματικότητα (χρησιμότητα) της συστημικής  έννοιας της κρίσης" [12].
 Ποιό είναι το όριο της συστημικής θεωρίας; Σε τί διαφέρει ένα κοινωνικό σύστημα από έναν οργανισμό; Πώς η συστημική αλλαγή συνδέεται με την κρίση και με τη διατήρηση της συνέχειας, της ταυτότητας ενός συστήματος; Κατά τί οι αξιακοί στόχοι διαφοροποιούνται ανάμεσα σε έναν οργανισμό και στο κοινωνικό σύστημα; Ο Habermas απαντά ως εξής: "Επειδή οι οργανισμοί έχουν διακεκριμένα χωρικά και χρονικά όρια, η συνεχιζόμενη ύπαρξή τους χαρακτηρίζεται από αξιακούς στόχους που διαφοροποιούνται μόνο μέσα σε εμπειρικά προσδιορίσιμα περιθώρια. Τα κοινωνικά συστήματα, αντίθετα, μπορούν να επιβεβαιώσουν την ύπαρξή τους σε ένα υπερσύνθετο περιβάλλον  μετατρέποντας είτε τα στοιχεία του συστήματος είτε τους αξιακούς στόχους, ή και τα δύο, προκειμένου να διατηρήσουν τον εαυτό τους σε ένα νέο επίπεδο ελέγχου. Αλλά όταν τα συστήματα διατηρούν τον εαυτό τους αλλάζοντας συγχρόνως τόσο τα όριά τους όσο και τη δομική τους συνέχεια, η ταυτότητά τους ξεθωριάζει. Η μετατροπή ενός και του αυτού συστήματος μπορεί εξίσου καλά να θεωρηθεί ως μαθησιακή διαδικασία και αλλαγή ή ως διαλυτική διαδικασία και κατάρρευση του συστήματος. [...]. Φυσικά, δεν είναι όλες οι συστημικές αλλαγές σε ένα κοινωνικό σύστημα κρίσεις. Το περιθώριο ανεκτικότητας εντός του οποίου οι αξιακοί στόχοι ενός κοινωνικού συστήματος μπορούν να διαφοροποιούνται χωρίς να θέτουν σε κρίσιμο κίνδυνο τη συνέχεια της ύπαρξής του ή την απώλεια της ταυτότητάς του προφανώς δεν μπορεί να συλληφθεί από την αντικειμενίστικη οπτική της συστημικής θεωρίας" [13].
Πώς συνάπτονται όμως με την κρίση οι αλλαγές που σημειώνονται στο επίπεδο της κοινωνικής ολοκλήρωσης; Και πώς διαφοροποιούνται από τις αλλαγές στο επίπεδο της ολοκλήρωσης του συστήματος [14]; Ο Habermas απαντά ως εξής:
"Τα συστήματα δεν παρουσιάζονται σαν υποκείμενα° όμως μόνο υποκείμενα, σύμφωνα με την προ-τεχνική τους χρήση, μπορούν να ενταχθούν στις κρίσεις. Έτσι, μόνο όταν μέλη μιας κοινωνίας βιώνουν τις δομικές μετατροπές ως κρίσιμες για την συνέχιση της ύπαρξης και αισθάνονται την κοινωνική τους ταυτότητα να απειλείται μπορούμε να μιλάμε για κρίσεις. Διαταραχές της ολοκλήρωσης του συστήματος θέτουν σε κίνδυνο τη συνέχεια της ύπαρξης μόνο στην έκταση που διακυβεύεται η κοινωνική ολοκλήρωση, δηλαδή, όταν οι συναινετικές βάσεις των κανονιστικών δομών προσβάλλονται τόσο πολύ που η κοινωνία γίνεται αναιμική. Καταστάσεις κρίσεων προϋποθέτουν μια μορφή  αποσύνθεσης του κοινωνικού θεσμού" [15].
4. Στις συστημικές θεωρίες της κρίσης διακρίνουμε δύο δρόμους ανάλυσης: α) τον επαγωγικό, που ξεκινάει από τα επί μέρους εθνικά κράτη και πορεύεται προς το διεθνές σύστημα, και β) τον απαγωγικό, που ξεκινάει, αντίστροφα, από το διεθνές σύστημα (παγκόσμια αγορά) και πορεύεται προς τα επιμέρους εθνικά κράτη. Στην προσέγγιση αυτή θα δανειστούμε την εκτενή και εμπεριστατωμένη εισαγωγή των Κατσούλη και Ράσκε από το δίτομο έργο τους: "Τα πολιτικά κόμματα της Δυτικής Ευρώπης".
 Ξεκινώντας το ερώτημα της κρίσης από τα επιμέρους εθνικά κράτη, οι Κατσούλης και Ράσκε διακρίνουν στις "θεωρίες της κρίσης" τρεις βασικές κατευθύνσεις: α) Τις "πολιτικές" θεωρίες της κρίσης (μαρξιστική και νεοφιλελεύθερη), που διερευνούν το ερώτημα της κρίσης επαγωγικά, β) Τις "οικονομικές" θεωρίες της κρίσης, που διερευνούν το φαινόμενο της κρίσης απαγωγικά, και γ) Τις θεωρίες της κρίσης που συνάπτονται με τις θεωρίες εξέλιξης της κοινωνίας και αλλαγής των αξιών.

2. Πολιτικές θεωρίες της κρίσης
2.1 Η μαρξιστική κατεύθυνση
 1. Για την ορδόδοξη μαρξιστική- λενινιστική κατεύθυνση το φαινόμενο της κρίσης είναι ενδογενές και νομοτελειακό στον καπιταλισμό. Η όξυνση της κρίσης είναι αναπόφευκτη (Stamokap) και η υπέρβασή της προαπαιτεί τη σύμπηξη ενός "λαϊκού μετώπου" για ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος. Όπως γράφουν οι Κατσούλης και Ράσκε, οι κρίσεις κατά την ορθόδοξη μαρξιστική- λενινιστική άποψη θεωρούνται βασικά κρίσεις παραγωγής. Εκδηλώνονται σε περιοδικές και επανερχόμενες κυκλικές κρίσεις που απορρέουν από τις διαταραχές σε όλο το σύστημα παραγωγής και διανομής του (υπερ)προϊόντος όπως και από τις επαναλαμβανόμενες καταστροφές κεφαλαίων και τη συνακόλουθη (μερική) αποχή από επενδυτικές επενδύσεις. Οι κρίσεις αυτές θεωρούνται ως νομοτελειακό φαινόμενο και οδηγούν (νομοτελειακά) στην κοινωνική επανάσταση, η οποία όμως καθυστερεί λόγω των παρεμβάσεων του κράτους στις παραγωγικές, διανεμητικές και επενδυτικές διαδικασίες.
2. Διαφοροποίηση της ορθόδοξης μαρξιστικής τάσης, αλλά και συνέχεια αυτής  αποτελούν οι νεομαρξιστικές θεωρίες περί της πολιτικής κρίσης του κράτους (Πουλαντζάς), ή του πολιτικού/διοικητικού συστήματος (Offe) και του πολιτιστικού/ κανονιστικού συστήματος (Habermas). Για τις θεωρίες αυτές οι αντιθέσεις και  τα αδιέξοδα του ύστερου καπιταλισμού συμπυκνώνονται στο πολιτικό πεδίο.
Για τον Πουλανζτά η "δομική" κρίση, η κρίση του κράτους, αποτελεί συμπύκνωση τριών άρρηκτα συνεκδηλούμενων κρίσεων- της οικονομικής, πολιτικής και ιδεολογικής. Η σύνθετη αυτή κρίση προσβάλλει το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων και- λόγω κυρίως της διεθνοποίησης του κεφαλαίου- είναι δυνατόν προσωρινά να ξεπεραστεί χωρίς να εξελιχθεί σε "κρίση ηγεμονίας" ή "δομική κρίση" [16].
 Για τον Offe υπάρχει μια κυρίαρχη οργανωτική αρχή των κοινωνικών διαδικασιών στον καπιταλισμό και αυτή είναι οι ανταλλακτικές σχέσεις. Διακρίνει μεταξύ κρίσεων μορφής και κρίσεων περιεχομένου. Οι κρίσεις μορφής είναι βασικά οικονομικές- κρίσεις του "οικονομικού συστήματος"- και απαιτούν τη διορθωτική παρέμβαση του πολιτικού/ διοικητικού συστήματος και του κανονιστικού συστήματος. Με την αυξανόμενη παρέμβαση του κράτους η ευθύνη της λειτουργίας του οικονομικού συστήματος μεταφέρεται από την αγορά στην πολιτική. Οι οικονομικές κρίσεις εμφανίζονται έτσι ως κρίσεις πολιτικές/ διοικητικές. Την εξασφάλιση τώρα των όρων συσσώρευσης του κεφαλαίου δεν τη φέρνει η αγορά αλλά το πολιτικό/ διοικητικό σύστημα. Με τον τρόπο αυτό η κρίση μετατρέπεται σε κρίση νομιμοποίησης εάν το πολιτικό/ διοικητικό σύστημα δεν κατορθώσει να "διαμορφώσει το κατάλληλο πλαίσιο για την αξιοποίηση του κεφαλαίου" και συγχρόνως να πετύχει "να διανείμει ορθολογικά και δίκαια το κοινωνικό προϊόν". Με την έννοια αυτή "το κράτος διεισδύει σε περιοχές της οικονομικής και γενικότερα της παραγωγικής δραστηριότητας που στον φιλελεύθερο καπιταλισμό είτε ανήκαν στην αγορά είτε δεν είχαν αυτονομηθεί (Παιδεία- Έρευνα- Συγκοινωνίες- Πρόνοια- Ασφάλιση κτλ.)". Έτσι οδηγούμεθα σε μιαν αλλαγή της υφής του καπιταλισμού, εντός του οποίου οι κρίσεις "δεν είναι ή δεν βιώνονται ως οικονομικές κρίσεις αλλά, κυρίως, ως πολιτικές/ διοικητικές κρίσεις" (κρίσεις περιεχομένου) [17], [18].
Η προσαρμοστική αυτή δυνατότητα του καπιταλιστικού συστήματος έθεσε σε ένα άλλο επίπεδο το ζήτημα της νομιμοποίησης της πολιτικής εξουσίας. Μείωσε το χώρο επενέργειας της ανταλλακτικής σχέσης και έκανε το κράτος "να προσφέρει σε μια συνεχώς αυξανόμενη βάση αξίες χρήσεις (Παιδεία- Υγεία- Πρόνοια- έργα υποδομής κτλ.), αποβλέποντας στην "διάχυτη αφοσίωση των μαζών" [19].
 Στον καπιταλισμό για τον Habermas η ανταλλακτική σχέση ορίζει τα όρια μέσα στα οποία ένα σύστημα είναι ικανό να "μαθαίνει" χωρίς να χάνει την "ταυτότητά" του [20]. Στην οργανωτική αυτή αρχή ο Habermas εντάσσει κάθε είδους οικονομικές-παραγωγικές σχέσεις, το ίδιο όπως και τις κανονιστικές δομές, δηλαδή: "όλες εκείνες τις αξίες και στάσεις που λειτουργικά συνδέονται και ανήκουν στον συγκεκριμένο κοινωνικό σχηματισμό". Η πραγματική κρίση του συστήματος επέρχεται όταν η οργανωτική αρχή φτάσει στα όριά της πέρα από τα οποία είναι αδύνατον να συνεχιστεί η πραγματική "μάθηση" χωρίς το σύστημα να χάσει την "ταυτότητά" του -μια απώλεια που θέτει σαφή θεσμικά όρια στην πηδαλιουχική ικανότητα του πολιτικού συστήματος" [21].
Αναφερόμενος στη νέα φάση του καπιταλισμού ο Habermas επισημαίνει τη διαφορετική σημασία που αποκτούν για το σύστημα τα υποσυστήματα. Κατά τη φάση αυτή: (1) το οικονομικό υποσύστημα, χάνει σε σημασία, (2) το πολιτικό/ διοικητικό, κατέχει κυρίαρχη θέση, και (3) το κοινωνικό/ πολιτιστικό, αυξάνει σε σημασία.
Οι κρίσεις που εκδηλώνονται στα επίπεδα αυτά του συστήματος μπορεί να είναι: α) κρίσεις συστημικές, οπότε εμφανίζονται ως οικονομικές (κρίσεις στο οικονομικό σύστημα) ή ορθολογικές (κρίσεις στο πολιτικό σύστημα), και β) κρίσεις ταυτότητας, οπότε εμφανίζονται ως κρίσεις νομιμοποιητικές (κρίσεις στο πολιτικό σύστημα) ή κρίσεις κινήτρων (κρίσεις στο κοινωνικο/πολιτιστικό σύστημα).
Η κρίση κινήτρων ουσιαστικά είναι κρίση αξιών. "Οι αξίες της βιομηχανικής κοινωνίας (εργατικότητα, ευθύνη, εγκράτεια, πειθαρχία κτλ.) [που ενέπνευσε ο προτεσταντικός ασκητισμός] υποχωρούν και στη θέση τους εμφανίζονται νέες όπως: καταναλωτισμός, απαίτηση για περισσότερο ελεύθερο χρόνο, κοινωνικές σχέσεις κτλ.., αξίες δηλαδή και στάσεις που έρχονται σε αντίθεση με το ασκητικό πνεύμα (προϋπόθεση της διαδικασίας πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφαλαίου) εξυπηρετούν όμως τις (σύγχρονες) ανάγκες αξιοποίησης του κεφαλαίου". Οι αντιφατικές αυτές εξελίξεις στον σύγχρονο καπιταλισμό δημιουργούν στις σύγχρονες μετα-καπιταλιστικές κοινωνίες τις προϋποθέσεις ευδοκίμησης του "πολιτικού ιδιωτικισμού", του ωφελιμισμού και της εσωστρέφειας που χαρακτηρίζουν την κουλτούρα των αναπτυγμένων κοινωνιών [22].

 2.2 Η νεοφιλελεύθερη και νεοσυντηρητική κατεύθυνση
1. Η κατεύθυνση αυτή (Hennis- Crozier-Kristol- Olson) αντιστρέφει την "νεο-μαρξιστική" προσέγγιση και αποδίδει την κρίση στην "υπερ-φόρτωση" του πολιτικού συστήματος, ήτοι στην αδυναμία του πολιτικού να ελέγξει την κρίση.
 Οι νεοφιλελεύθερες θεωρίες εντοπίζουν την κρίση στην "αδυναμία του παρεμβατικού και κοινωνικού κράτους να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες ανάγκες πηδαλιούχησης των κοινωνιών οι οποίες στα πλαίσια της συντελούμενης ραγδαίας ανάπτυξης "πολυπλοκοποιούνται" και γίνονται όλο και περισσότερο "αδιαφανείς" και "άρρυθμες" και, γι αυτό, "ακυβέρνητες". Η τεράστια διεύρυνση του κρατικού τομέα στα πλαίσια της κοινωνικής επιταγής για πλήρη απασχόληση,  ικανοποιητική ανάπτυξη της οικονομίας και οικονομική σταθερότητα συνιστούν την αιτία της κρίσης. Η αυξανόμενη πολυπλοκότητα και κινητικότητα προκαλεί μια καθυστέρηση στις κυβερνητικές διαδικασίες και τις κάνει πιο αδιαφανείς.
2. Τα μέτρα, συνεπώς, που προτείνονται είναι η απελευθέρωση των σχέσεων κεφαλαίου-εργασίας από τις ρυθμιστικές (υπέρ του κεφαλαίου) παρεμβάσεις του κράτους, η απελευθέρωση των "υγειών δυνάμεων της αγοράς", η μεταφορά της ευθύνης περίθαλψης των κοινωνικά περιθωριοποιημένων από την κοινωνία στην τοπική κοινότητα (οικογένεια, φιλανθρωπικά ιδρύματα, εκκλησία κλπ.), η εξασθένιση των μορφών και διαδικασιών άμεσης δημοκρατίας, η αναστολή στην πολιτικοποίηση των κοινωνικών συγκρούσεων [23].

3. Τεχνολογικο-οικονομικές θεωρίες του Διεθνούς Συστήματος

3.1 Γενικά
 Διερευνώντας το ερώτημα της κρίσης με τρόπο απαγωγικό- πηγαίνοντας, δηλαδή, από το Διεθνές Σύστημα [24] προς τα επιμέρους εθνικά κράτη- συναντάμε βασικά δύο θεωρίες: (1) τη θεωρία του Διεθνούς οικονομικού συστήματος  ή τις "θεωρίες" των μεγάλων κυμάτων, και (2) τις θεωρίες του διεθνούς πιστωτικού συστήματος (E. Alvater).

3.2 Θεωρία των μεγάλων κυμάτων
 1. Τη δεκαετία του 1970 και αφού είχε επικρατήσει η άποψη ότι η κρίση που είχε εκδηλωθεί δεν ήταν κυκλική αλλά δομική, επανήλθε στην επιφάνεια και μάλιστα απέκτησε μεγάλη σημασία η θεωρία που διατύπωσε στη δεκαετία του '20 ο Ρώσος οικονομολόγος Ν. Κondratyev (Νικολάι Κοντράτιεφ). Η θεωρία αυτή συμπληρώθηκε αργότερα (1939) από τον J. Schumpeter.
2. Ο Kondratyev υποστήριζε ότι η διαδικασία ανάπτυξης του καπιταλισμού είναι "κυματοειδής". Ο καπιταλισμός διανύει μια ανοδική φάση κατά την οποία λειτουργούν θετικά οι διάφορες ανακαλύψεις και τεχνολογικές καινοτομίες στη χρήση των παραγωγικών μέσων ή στην παραγωγή νέων αγαθών. Τη φάση αυτή ακολουθεί μια περίοδος ύφεσης την οποία προκαλεί η αδυναμία των νέων μεθόδων και αγαθών να φέρουν το βάρος της συνέχισης της αναπτυξιακής πορείας. Τα δύο αυτά στάδια της ανάπτυξης και της ύφεσης δεν εξελίσσονται απόλυτα ανοδικά το πρώτο ή πτωτικά το δεύτερο, αλλά διακόπτονται από μικρούς οικονομικούς κύκλους διάρκειας 4-7 ετών. Τα "μεγάλα κύματα" στην καπιταλιστική εξέλιξη, σύμφωνα με τον Kondratyev, τα προκαλούν "ωθήσεις" που προέρχονται από τεχνολογικούς νεωτερισμούς και αγαθά [25].
3. Ο Schumpeter έστρεψε την προσοχή του σε "ωθήσεις" τις οποίες τις προκαλούν νεωτερισμοί, φορείς των οποίων είναι οι "καινοτόμοι επιχειρηματίες". Η θεμελιώδης αλλαγή, τονίζει, εμφανίζεται όταν εμφανισθούν νέα καταναλωτικά αγαθά και νέοι μέθοδοι παραγωγής και μεταφορών, όταν δημιουργηθούν νέες αγορές και σημειωθούν επαναστάσεις στις μορφές της βιομηχανικής οργάνωσης [26].
4. Τα θεωρητικά αποτελέσματα των δύο προηγουμένων ερευνητών ήλεγξε ο G. Mensch (1975) (με βάση ένα πλούσιο εμπειρικό υλικό) και αναγνώρισε τη σημασία των "καινοτομιών βάσης" και των "παράγωγων καινοτομιών" (που απορρέουν απ’τις πρώτες) πάνω στην εξέλιξη του βιομηχανικού συστήματος [27]. Στις νέες αγορές ο ανταγωνισμός μεταξύ των βιομηχανικών χωρών εντείνεται αλλά και περιορίζεται σε ένα συνεχώς μειούμενο αριθμό μεγάλων (πολυεθνικών) εταιριών. Σε κάποιο όμως σημείο επέρχεται κορεσμός στις αγορές αυτές και  η αγοραστική δύναμη περιορίζεται, πράγμα που υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να μειώσουν τις επενδύσεις τους στη βιομηχανία και να στραφούν στις αγορές χρήματος και κεφαλαίων. Μπορούμε να πούμε ότι η υπερχρέωση των χωρών του Τρίτου Κόσμου και συνακόλουθα η συρρίκνωση της διεθνούς αγοράς είναι μία από τις αιτίες της οικονομικής κρίσης [28].
5. Βασική ιδέα των θεωριών των "μεγάλων κυμάτων" είναι ότι  περίπου κάθε 5 δεκαετίες οι καπιταλιστικές βιομηχανικές χώρες εισέρχονται σε μια φάση δομικής κρίσης, από την οποία μπορούν να εξέλθουν αναδιοργανώνοντας τις παραγωγικές τους δομές και συγκεντρώνοντας την προσοχή τους στην έγκαιρη παραγωγική εκμετάλλευση των ήδη κατακτημένων τεχνολογικών καινοτομιών.

3.3 Η θεωρία του διεθνούς πιστωτικού συστήματος
1. Διαφοροποίηση της μαρξιστικής τάσης αποτελούν οι οικονομικές θεωρίες του Διεθνούς Συστήματος, που διατύπωσε ο E. Alvater και οι οποίες αντανακλούν τις αντιθέσεις της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης στη διεθνή αγορά [29].
Η κύρια αιτία της σημερινής κρίσης στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες, η οποία και γίνεται αντιληπτή κυρίως ως κρίση απασχόλησης, βρίσκεται στη διάσταση/ αποσύνδεση μεταξύ "πραγματικής" και "χρηματιστικής" συσσώρευσης, στη στροφή δηλαδή του κεφαλαίου από τις επενδύσεις προς την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών στις διεθνείς χρηματαγορές.
2. Μέσα στις συνθήκες αυτές εκείνο που είναι αναγκαίο αλλά δύσκολο να γίνει (λόγω της υπάρχουσας κερδοσκοπικής τάσης στη διεθνή αγορά) είναι: η στροφή από τις εφαρμοζόμενες στην παραγωγή καινοτομίες προς την παραγωγή νέων προϊόντων που θα καλύπτουν τις υπάρχουσες ανικανοποίητες ανάγκες τόσο των αναπτυγμένων βιομηχανικών χωρών όσο και των χωρών του Τρίτου Κόσμου. Βεβαίως, η εφαρμογή κάθε είδους τεχνολογικού νεωτερισμού στην παραγωγή έχει ως αναπόφευκτη συνέπεια την ανεργία, η οποία μπορεί να αντιμετωπισθεί μόνο με μία πραγματική μείωση του χρόνου εργασίας [30].

4. Οι θεωρίες για την εξέλιξη της κοινωνίας και των αξιών

4.1 Γενικά
Οι "θεωρίες" αυτές δεν μπορεί να νοηθούν ως θεωρίες της κρίσης με την τρέχουσα έννοια, αλλά ως "θεωρίες της μεταβολής" βασικών παραμέτρων της εξέλιξης (πολιτικής, πολιτιστικής, οικονομικής) στις σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες. Στις θεωρίες αυτές ανήκουν: οι "συστημικές" θεωρίες της κρίσης (Deutsche-Janicke), η θεωρία της "μεταβιομηχανικής κοινωνίας" (Bell- Touraine), και η θεωρία της "μεταβολής των αξιών" (Inglehart) [31].

4.2 Η θεωρία της μετα-βιομηχανικής κοινωνίας
1. Για τον D. Bell, εισηγητή του όρου "μετα-βιομηχανική κοινωνία" [32], τρείς είναι οι βασικοί τομείς στους οποίους δραστηριοποιείται η σύγχρονη κοινωνία: (1) Η κοινωνική δομή, που ως κύρια συστατική της παράμετρο έχει την τεχνοοικονομική της οργάνωση γύρω από την αξονική αρχή του λειτουργικού ορθολογισμού και της βέλτιστης απόδοσης, (2) Η πολιτική τάξη, που ρυθμίζει τη διανομή της δύναμης και οργανώνεται με αξονική αρχή της τη συμμετοχή, και (3) Η κουλτούρα: ο χώρος των συμβολικών μορφών και ιδιαίτερα, του εκφραστικού συμβολισμού, που οργανώνεται γύρω από το αίτημα της αυτοπραγμάτωσης και της ανάδειξης του εαυτού.
Στους τομείς  αυτούς εκδηλώνονται οι ανταγωνισμοί, από τη μια μεταξύ κοινωνικής δομής και πολιτικής τάξης, και από την άλλη μεταξύ κοινωνικής δομής και κουλτούρας. Οι αντιθέσεις αυτές οδηγούν σε μια αποσύνθεση των λειτουργικών δεσμών και αλληλεξαρτήσεων των κοινωνιών και προκαλούν την κρίση.
Εκείνο που διακρίνει την "μετα-βιομηχανική κοινωνία" από τις προηγούμενες μορφές συγκρότησης και λειτουργίας των κοινωνιών, είναι "η κεντρική σημασία της θεωρητικής γνώσης ως αξονικής αρχής γύρω από την οποία θα οργανωθούν η νέα τεχνολογία, η οικονομική ανάπτυξη και η κοινωνική διαστρωμάτωση",  καθώς και ως πηγής καινοτομιών και πρακτικής πολιτικής για την κοινωνία. Κύριο πολιτικό πρόβλημα της "μετα-βιομηχανικής" κοινωνίας (που η δομή της αλλάζει κατά σταθερό τρόπο) είναι η επιστημονική πολιτική και η εκπαιδευτική πολιτική. Κι αυτό, επειδή τη βάση κάθε είδους δομικών αλλαγών στην κοινωνία την αποτελούν οι θεσμοί, οι φορείς και οι χώροι παραγωγής, εφαρμογής και διανομής της γνώσης (πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα- επιστήμονες και ειδικευμένο προσωπικό- κυβερνητική πολιτική). Αλλά τί σημαίνει γνώση και πώς νομιμοποιείται η γνώση; Το ερώτημα οδηγεί στο ζήτημα της κουλτούρας.
2. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970 ο Bell πίστευε ότι η κρίση είναι παροδική. Όμως στο βιβλίο του "Οι πολιτιστικές αντιθέσεις στον καπιταλισμό" [33] φαίνεται να συνειδητοποιεί ότι η κρίση δεν ήταν παροδική, κι' αυτό "όχι τόσο διότι το διεθνές οικονομικό ή και τα πολιτικά/ διοικητικά συστήματα των επιμέρους χωρών αδυνατούσαν να την ελέγξουν, αλλά προπάντων, διότι εκδηλωνόταν σε εκείνο τον τομέα της κοινωνικής δραστηριότητας που στον καπιταλισμό όχι μόνο είχε σχετικά αυτονομηθεί αλλά αποκτούσε όλο και μεγαλύτερη σημασία: την κουλτούρα". Την έννοια της κουλτούρας την επικεντρώνει στην καλλιτεχνική δραστηριότητα: λογοτεχνία, ποίηση, ζωγραφική, αλλά και στην θρησκεία. Επηρεαζόμενος από τους ευρωπαίους Foucault, Aron, Habermas κ. ά. ο Bell διακρίνει μια ολοένα εντεινόμενη διάσταση ανάμεσα στην οικονομική και πολιτιστική δραστηριότητα του ανθρώπου μέχρι του σημείου που να αίρει η μία την άλλη. Ο "αχαλίνωτος ατομικισμός" του καλλιτέχνη, προϊόν μιας μακράς εξέλιξης που ωρίμασε μέσα στο κίνημα του "μοντέρνου", στρέφεται εναντίον της πειθαρχίας και των ατομικών στερήσεων στον καπιταλισμό. Η τάση αυτή, ξεκινώντας από την τέχνη, επιβάλλεται στη συνέχεια στην κοινωνία ως μια ηδονιστική αντίληψη της ζωής και επιθυμία για αυτοπραγμάτωση και ικανοποίηση. Την "επανάσταση των επιθυμιών" ο Βell τη βλέπει να επικρατεί καθολικά στις "καταναλωτικές κοινωνίες" και να οδηγεί στην οικονομική κρίση.
Η σημερινή κρίση στην οικονομία και την κουλτούρα προκαλείται όχι από μια κάποια λαθεμένη πολιτική αλλά είναι εγγενής, δηλαδή ενυπάρχει μέσα στην ίδια λογική του καπιταλισμού. Τα ρήγματα που προξένησαν οι επιστημονικές ανακαλύψεις στην κοσμοαντίληψη των ανθρώπων και στις σχέσεις τους με την εκκλησία, η συνειδητοποίηση του πεπερασμένου της ανθρώπινης φύσης και η απόρριψη της μεταθανάτιας ζωής και της μεταφυσικής λύτρωσης, προκάλεσαν την εμφάνιση μιας ηδονιστικής στάσης που απαιτούσε την απόλαυση της ζωής σε όλες της τις εκφάνσεις. Φορέας αυτής της επίθεσης εναντίον των παραδοσιακών αρχών της εγκράτειας (πουριτανισμού) και της εργατικότητας (προτεσταντισμού) υπήρξε η τέχνη μέσα από το επαναστατικό κίνημα του "μοντερνισμού". Το ρεύμα του "μετα-μοντερνισμού", που αρχίζει τη δεκαετία του 1960, δεν είναι- όπως υποστηρίζεται- η διαλεκτική άρνηση του μοντερνισμού (Lyotard)° αντίθετα, είναι ο δυναμικός φορέας και εκφραστής μιας "αντι-κουλτούρας" που όχι μόνο αρνείται ή και αντιτίθεται στην υπάρχουσα κατάσταση και τις αρχές της αλλά θέλει και να την ξεπεράσει, και οδηγεί έτσι σε μια ριζική ρήξη μεταξύ κοινωνικής δομής και κουλτούρας.
3. Έτσι, για τη θεωρία αυτή, η λύση της σημερινής πολιτισμικής και οικονομικής κρίσης βρίσκεται στη "φιλοσοφία του δημόσιου προϋπολογισμού", στη δραστηριοποίηση δηλαδή του κράτους και των δημοσίων οργανισμών με στόχο τη συναινετική επίλυση των διαφορών και συμφερόντων των επιμέρους κοινωνικών ομάδων στη βάση ενός αναγνωρισμένου απ' όλους "δημόσιου συμφέροντος" [34].

4.3 Οι θεωρίες της αλλαγής των αξιών
 1. Οι θεωρίες της "αλλαγής των αξιών" έχουν τρεις σημαντικούς αντιπροσώπους: τον R. Inglehart (1977), τον F. Lehner (1981), και τον J. Raschke (1980,1985).
Στο φημισμένο έργο του "Η σιωπηλή επανάσταση" [35] ο Inglehart ερευνά τις αλλαγές που συντελούνται στις "μετα-βιομηχανικές" κοινωνίες, καθώς και τις επιδράσεις που οι αλλαγές αυτές έχουν στην  συμπεριφορά και τις αξίες των κοινωνιών, τόσο στο επίπεδο του συστήματος όσο και σε επίπεδο ατομικό. Αφετηρία για την ανάλυσή του είναι η κοινωνική/ψυχολογική θεωρία της "ιεράρχησης και  εξέλιξης των αναγκών" του Α. Μaslow (1954) [36]
O Maslow διακρίνει τις ανάγκες σε τέσσερες γενικές κατηγορίες, τις οποίες ο Inglehart συσχετίζει με τις υλικές και μετα-υλικές αξίες. Παρατηρεί ότι στο μεταπολεμικό πλαίσιο η "ιεράρχηση των αναγκών" είναι για τα άτομα διαφορετική απ' ότι σε προηγούμενες εποχές. Η πολιτική συμπεριφορά και τα συστήματα αξιών των ανθρώπων που μεγάλωσαν πριν ή κατά τη διάρκεια του πολέμου και έζησαν όλες τις απειλές και τις στερήσεις, προσδιορίζονται περισσότερο από τις ανάγκες για επιβίωση και ασφάλεια. Αντίθετα, οι νέοι άνθρωποι στις χώρες της Δύσης ενδιαφέρονται περισσότερο για την ικανοποίηση αναγκών που συνδέονται με την ποιότητα ζωής και την αυτοπραγμάτωσή τους ως ατόμων και μελών της κοινωνίας, και λιγότερο για την ικανοποίηση των υλικών αναγκών. Μεταξύ των δύο αυτών κοινωνικών κατηγοριών διακρίνεται μια ενδιάμεση "μικτή" κατηγορία πολιτών που είναι φορείς τόσο υλιστικών όσο και "μετα-υλιστικών"" αξιών.
Βασικό στοιχείο στον "μετα-υλιστικό προσανατολισμό ορισμένων κοινωνικών ομάδων είναι η μόρφωση- η παιδεία- καθόσον "επιτρέπει σε άτομα, φορείς της γνώσης, μια τέτοια αφαιρετική (ολική) προσέγγιση της συγκεκριμένης κοινωνίας που τα κάνει επιρρεπή σε μια κριτική στάση". Στα στρώματα αυτά, που αποτελούν φορείς μετα-υλιστικών αξιών, βρίσκεται, σε τελευταία ανάλυση, το πολιτικοποιημένο δυναμικό της κοινωνίας.
2. Για τον Lehner, ο πολύ υψηλός βαθμός καταμερισμού της εργασίας στις αναπτυγμένες χώρες οδηγεί αντίστοιχα σε υψηλούς βαθμούς κοινωνικής και ταξικής διαφοροποίησης. Η πολυμορφία συμφερόντων που αναπτύσσεται με τον τρόπο αυτό παράγει το πλαίσιο μέσα στο οποίο μορφοποιούνται πολλαπλά πρότυπα κοινωνικών συμπεριφορών: αξίες και στάσεις. Η δυναμική αυτής της κατάστασης χαλαρώνει τους κομματικούς και ιδεολογικο/ κοσμοθεωρητικούς δεσμούς  ατόμων και ομάδων, οδηγώντας έτσι στην αποϊδεολογικοποίηση, ενώ συγχρόνως επιτείνει την ένταση στις πολιτικές συμπεριφορές που προσανατολίζονται από τις εκάστοτε συγκεκριμένες καταστάσεις και προβλήματα. Ο Lehner δέχεται ότι τα μη-υλιστικά συμφέροντα δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της αύξησης του βιοτικού επιπέδου° είναι συνέπεια δύο αντιθετικών αλλά ομόκεντρων εξελίξεων: ήτοι, της αύξησης του βιοτικού επιπέδου και της σύστοιχης προς αυτή κοινωνικής διαφοροποίησης, από τη μια, και της καταστροφής του περιβάλλοντος από την άλλη. Αυτή η μετα-υλιστική στροφή είναι για τον Lehner (αντίθετα προς τον Inglehart) προσωρινή [37].
3. Ο Raschke δέχεται το μοντέλο της "αλλαγής των αξιών" και το συσχετίζει με την ανάγκη για μια "άλλη" πολιτική [38]. Αιτία της μετα-υλιστικής στροφής, τονίζει, είναι οι παρατηρούμενες (στις κοινωνικές αυτές κατηγορίες) τάσεις απόρριψης κατεστημένων θεσμών (κόμματα-οργανώσεις κάθε είδους κλπ.), κυρίως όμως είναι η συνέπεια των "ελλείψεων" που προκαλούν οι εξελίξεις στις αναπτυγμένες χώρες. Οι ελλείψεις αυτές εκφράζονται στο επίπεδο του πολιτικού συστήματος με μια εντεινόμενη πολύπλευρη κρίση: την κρίση νομιμοποίησης, την κρίση νοήματος, και την κρίση κινήτρων. Οι καταστροφικές συνέπειες που η ιδεολογία της ανάπτυξης έχει πάνω στο φυσικό περιβάλλον και τον ανθρώπινο βιόκοσμο, καθώς και η κρίση εμπιστοσύνης προς το σύστημα, τους θεσμούς και τις αξίες της βιομηχανικής κοινωνίας, απομακρύνουν ορισμένες τάξεις και συμφέροντα από την μεταπολεμική βασική συναίνεση και τις αρχές της. Οι νέοι τομείς δραστηριότητας, οι νέες απασχολήσεις, αλλά και η συρρίκνωση παλαιών τομέων και η περιθωριοποίηση ή εξαφάνιση παραδοσιακών απασχολήσεων, εντείνουν, για διαφορετικούς λόγους την αντίθεση προς το σύστημα του οποίου τις αρχές και τις αξίες είτε απορρίπτουν ριζικά είτε θέλουν να αντικαταστήσουν με άλλες [39].

5. Φυλογενετική και οντογενετική θεώρηση της κρίσης- Η ηθολογία του Λόρεντς

1. Η "ηθολογία" είναι μια νεότευκτη επιστήμη που θεμελιωτής της είναι ο Κόνραντ Λόρεντς (1903). Για τον  Λόρεντς, η ηθολογία "ασχολείται με τη συμπεριφορά των ζώων και του ανθρώπου, θεωρώντας τη συμπεριφορά αυτή σαν λειτουργία ενός συστήματος που οφείλει την ύπαρξή του, αλλά και την ιδιαιτερότητά του, σε μια εξελικτική διαδικασία κατά τη φυλογένεση και την οντογένεση. Σε ό,τι αφορά τον άνθρωπο, η εξελικτική αυτή διαδικασία βρίσκεται στην ιστορία του πολιτισμού μας" [40].
Η ηθολογία ανατρέπει τη θεωρία πολλών ανθρωπολόγων ότι «η κάθε κοινωνική συμπεριφορά και η κάθε μορφή επικοινωνίας του ανθρώπου καθορίζεται αποκλειστικά από την πολιτισμική του παράδοση [οντογένεση]" [41]. Γνωρίζουμε σήμερα, τονίζει ο Λόρεντς,  ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι συμπεριφοράς που μοιάζουν καταπληκτικά ως προς τις λειτουργίες τους, αλλά διαφέρουν ολότελα μεταξύ τους ως προς τις αιτίες τους. Η μια κατηγορία αιτίων έχει βάση φυλογενετική και η άλλη πολιτισμική. Το πλέγμα αυτών των συμπεριφορών συμβάλλει σημαντικά στη διατήρηση της σταθερότητας της πολιτισμικής παράδοσης. Επιπλέον συμβάλλει στις διαδικασίες της φυλογενετικής και πολιτισμικής "τυπικοποίησης" που μελετά η "ηθολογία" [42i], [43].
2. "Η ουσία αυτού που ονομάζουμε ανθρώπινο πνεύμα", τονίζει ο Λόρενς, "βρίσκεται σε μια υπερατομική ενότητα γνώσης, βούλησης και δύναμης που γεννήθηκε από την ικανότητα του ανθρώπου να σωρεύει κληρονομημένη γνώση. Η ενότητα όμως αυτή είναι ένα ζών σύστημα, [και] όπως όλα τα ζώντα συστήματα, το ανθρώπινο πνεύμα και μαζί του ο ανθρώπινος πολιτισμός υπόκεινται σε διαταραχές" [44].
 Από ηθολογική σκοπιά η κρίση εκφράζεται με τον γενετικό εκφυλισμό και τη διαστρέβλωση της έμφυτης-σε σημαντικό βαθμό- κοινωνικής συμπεριφοράς του ανθρώπου ο οποίος ζει μέσα στο υπάρχον πρότυπο πολιτισμού, οικονομίας και τεχνολογικής προόδου. "Η επιταχυνόμενη παρακμή του πολιτισμού μας είναι τόσο φανερά παθολογική στη φύση της, και δείχνει τόσο φανερά τα συμπτώματα της διανοητικής ασθένειας, ώστε να έχει γίνει επιτακτική η ανάγκη να χρησιμοποιήσουμε τις διαγνωστικές μεθόδους της ιατρικής επιστήμης για να μελετήσουμε τη δομή του πολιτισμού και της ανθρώπινης διάνοιας" [45].
 "Η ανθρωπότητα", γράφει ο Λόρεντς, "υφίσταται σήμερα μιαν ώθηση επιλογής ανάλογη με τον ανταγωνισμό που διεξάγεται στο εσωτερικό του είδους στα ζώα. Τα σύνορα ανάμεσα στους πολιτισμούς γίνονται όλο και περισσότερο ασαφή και σβήνουν, οι εθνικές ομάδες όλης της Γης βρίσκονται στο σημείο της συγχώνευσής τους σ’ έναν ενιαίο πανανθρώπινο πολιτισμό. Αυτή η εξελικτική πορεία μπορεί, από πρώτη ματιά, να φαίνεται επιθυμητή, εφόσον συντείνει στη μείωση της εχθρότητας ανάμεσα στα έθνη. Η ομοιομόρφηση όμως όλων των λαών έχει και μιαν άλλη, αρνητική, συνέπεια: καθώς όλοι οι άνθρωποι όλων των πολιτισμών μάχονται με τα ίδια όπλα, συναγωνίζονται με τις ίδιες τεχνικές και επιχειρούν να κερδίσουν την υπεροχή στο ίδιο παγκόσμιο χρηματιστήριο, η διαπολιτισμική επιλογή χάνει τη δημιουργική της επενέργεια". Η οπισθοδρόμηση της εξέλιξης της ανθρωπότητας προκύπτει, κύρια, από την εξαφάνιση της δημιουργικής επιλογής [46].
Από την άλλη μεριά: Η διαφοροποίηση των ανθρώπινων πολιτισμών, παρότι έχει ευεργετικές επιδράσεις, έχει και επικίνδυνες συνέπειες. Ο Λόρεντς τονίζει:  "Θα πρέπει να καταχωρήσουμε στη στήλη του παθητικού [ ] το μίσος και τον πόλεμο. [...]. Οι παράγοντες που συντείνουν στη διατήρηση της συνοχής των μικρών ομάδων και στην απομόνωσή τους από τις άλλες οδηγούν τελικά στις αιματοχυσίες. Οι μηχανισμοί πολιτισμικής συμπεριφοράς που καταρχήν φαίνονται τόσο γόνιμοι, όπως η περηφάνια για τις παραδόσεις μας και η περιφρόνηση των παραδόσεων των άλλων, μπορούν να προκαλέσουν- με το δυνάμωμα της ομάδας και την επιδείνωση των σχέσεών της με τις άλλες- το συλλογικό μίσος στις πιο φοβερές του εκδηλώσεις: από τις μικροσυμπλοκές με τις οποίες εκδηλωνόταν η βαθειά μας εχθρότητα σαν μαθητών...ως το οξύτατο εθνικό μίσος που εξαπολύει όλες τις συλλογικές επιθετικές δυνάμεις και αίρει όλες τις αναστολές στο φόνο συνανθρώπων" [47].
3. Η σχέση συνέχειας και μεταβολής είναι από τα βασικά θέματα που απασχολούν τον Λόρεντς. "Οι πολλές αναλογίες ανάμεσα στην εξέλιξη των ειδών και στο ιστορικό γίγνεσθαι των πολιτισμών μας υποβάλλουν την ιδέα ν' αναζητήσουμε στους ανθρώπινους πολιτισμούς δύο κατηγορίες φαινομένων που ο αρμονικός ανταγωνισμός τους δημιουργεί και διαφυλάσσει την ισορροπία μεταξύ αμεταβλητότητας και προσαρμοστικότητας- ισορροπία απαραίτητη για την επιβίωση του είδους" [48]. Η ανατροπή αυτή της ισορροπίας δημιουργεί κατά τον Λόρεντς τις διαταραχές- την κρίση του πολιτισμού. Γράφει σχετικά ο Λόρεντς:  "Στο γένωμα ενός ζωϊκού η φυτικού είδους η σταθερότητα και η μεταβλητότητα των κληρονομικών ιδιοτήτων πρέπει να βρίσκονται σε αρμονική ισορροπία° το ίδιο ισχύει και για την αμεταβλητότητα και την προσαρμοστικότητα της γνώσης σ' έναν πολιτισμό. Κάθε σώρευση γνώσης, ιδιαίτερα εκείνη που είναι συστατικό στοιχείο του πνεύματος του πολιτισμένου ανθρώπου, στηρίζεται σε σταθερές δομές. Οι δομές αυτές πρέπει να έχουν ένα σχετικά υψηλό βαθμό σταθερότητας για να μπορούν να μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά σωρευτικά για μεγάλες χρονικές περιόδους. Το σύνολο των γνώσεων που διαθέτει ένας πολιτισμός και που βρίσκεται ενσωματωμένο στα ήθη και τα έθιμά του, στις γεωργικές και τεχνικές μεθόδους του, στη γραμματική και στο λεξιλόγιο της γλώσσας του και, ακόμα περισσότερο, στην «ενσυνείδητη» γνώση που ονομάζεται επιστήμη, πρέπει να χυθεί σε δομικά καλούπια σχετικά σταθερά για να μπορέσει να συσσωρευτεί και να μεταβιβαστεί" [49].
4. Η ηθολογία του Λόρεντς, μελετά την κρίση πολιτισμού από τη σκοπιά της παραμόρφωσης που υφίσταται στην εποχή μας η φυσική συμπεριφορά που ανέπτυξε ο άνθρωπος κατά την εξελικτική διαδικασία της φυλογένεσης και οντογένεσης και η οποία βρίσκεται στην ιστορία του πολιτισμού του. Διερευνώντας τη γενετική φθορά και τις επικίνδυνες ψυχολογικές και βιολογικές διαταραχές που έχει υποστεί ο σύγχρονος άνθρωπος, ο Λόρεντς καταγγέλλει τη "νομιμοποίηση" που έχει λάβει το πρότυπο του πολιτισμού του κερδοσκοπικού ανταγωνισμού, της καταναλωτικής λαιμαργίας, της πνευματικής στείρωσης και της καταστροφής της φύσης.
Στην ελληνική μετάφραση του βιβλίου του Λόρεντς "Tα 8 θανάσιμα αμαρτήματα του πολιτισμού μας", ο εκδότης γράφει σχετικά: "Ο Κόνραντ Λόρεντς είναι ίσως η συγκλονιστικότερη και αδιαμφισβήτητη μαρτυρία για την πτώση του *πολιτισμένου* ανθρώπου από τον παράδεισο του φυσικού περιβάλλοντος. Ασυγκίνητος από τις θριαμβολογίες του ανθρώπου-μηχανή, ανοίγει προσεχτικά και μεθοδικά με το σοφό νυστέρι και ανακαλύπτει στο βάθος της ανθρώπινης συμπεριφοράς επικίνδυνες ψυχολογικές και βιολογικές διαταραχές. Προγράμματα συμπεριφοράς, κοινά σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς ή και ιδιαίτερα ανθρώπινα αποκτημένα στη μακραίωνη πορεία της γένεσης της ανθρώπινης φυλής (φυλογένεσης) και εντελώς απαραίτητα για την επιβίωση του είδους, τείνουν ή έχουν ήδη αλλοιωθεί ή διαστραφεί. Αξίες εντελώς αρνητικές (ανταγωνισμός, κυριαρχία, επιθετικότητα, επίδειξη, θανάσιμο μίσος μεταξύ των ομάδων και δογμάτων), ήρθαν στην επιφάνεια και έγιναν τώρα κοινή πεποίθηση. Έγιναν μέθοδος ζωής.[...]. Ο Λόρεντς φοβάται ότι η διαστρέβλωση που έχει υποστεί η συμπεριφορά των ανθρώπων, από την τεχνολογική εξέλιξη και τον ανταγωνισμό, οδηγεί μοιραία στον γενετικό εκφυλισμό του ανθρώπου και στο τέλος του πολιτισμού. Τα ένστικτα επιβίωσης του *πολιτισμένου* ανθρώπου έχουν διαβρωθεί και υποστεί διαταραχές που απειλούν να τον καταστρέψουν. Υπάρχει άραγε ακόμα καιρός να αναστείλουμε τη δύναμη έλξης που μας ωθεί προς τον γκρεμό;" [50].
5. Ιδού τα 8 αμαρτήματα του πολιτισμού μας όπως τα περιγράφει  ο Λόρεντς:
 α) Ο πολυάνθρωπος συνωστισμός: O συνωστισμός ανθρώπινων μαζών στις μεγάλες σύγχρονες πόλεις, δεν μας επιτρέπει να έχουμε "ιδέα μέχρι ποιό σημείο μας λείπει η ειλικρινής και θερμή αγάπη προς τον πλησίον". Μέσα στη φαντασμαγορία των ανθρώπινων προσώπων που αλλάζουν, που τοποθετούνται το ένα πάνω στο άλλο και τις εικόνες που σβήνουν συνεχώς, μέσα στο πλήθος των ανθρώπων και τη σύγχυση που δημιουργείται, η αγάπη για τους άλλους αδυνατίζει μέχρι του σημείου να χάνουμε τα ίχνη της. Στο συνωστισμό αυτό της μάζας οφείλεται εν μέρει και το γεγονός ότι δεν είμαστε σε θέση να ξεχωρίσουμε το πρόσωπο του πλησίον μας. "Η συγκέντρωση πάρα πολλών ανθρώπων μέσα σε περιορισμένο χώρο, όχι μόνο οδηγεί έμμεσα σε απάνθρωπες πράξεις, που προκαλούνται από την εξάντληση και την προοδευτική εξαφάνιση των επαφών, αλλά αποτελεί την αιτία μιας ολόκληρης επιθετικής συμπεριφοράς". Ο υπερπληθυσμός των μεγαλουπόλεων "συμβάλλει άμεσα στη δημιουργία κάθε ανωμαλίας, κάθε φαινομένου κατάπτωσης", που θα αναφέρουμε παρακάτω [51].
 β) Οικολογική καταστροφή - αποξένωση απ' τη φύση: "Ο πολιτισμένος άνθρωπος ερημώνει με τυφλό βανδαλισμό το φυσικό του περίγυρο από τον οποίο αντλεί τη διατροφή του, και απειλεί τον εαυτό του με οικολογική καταστροφή". Δεν δίνει όμως στο ζήτημα αυτό προσοχή. Εκείνο που προσέχει ακόμα λιγότερο, είναι ο βαθμός που οι βάρβαρες αυτές μέθοδοι βλάπτουν την ψυχή του. Η αποξένωση του ανθρώπου από τη φύση, που γενικεύεται και εξαπλώνεται με ταχύ ρυθμό, είναι, σε μεγάλο βαθμό, υπεύθυνη για την επιστροφή του στη βαναυσότητα, στον αισθητικό και ηθικό τομέα [52]. Το υπάρχον πρότυπο πολιτισμού καταστρέφει κάθε σεβασμό του ανθρώπου για την ομορφιά και το μεγαλείο μιας δημιουργίας, όπως αυτή του διάστερου στερεώματος, που τον ξεπερνά [53], [54].
 Η ιστολογική εικόνα των καρκινωδών κυττάρων, ομοιόμορφων και με στοιχειώδη δομή, έχει τρομακτική ομοιότητα με το οικιστικό περιβάλλον όπου ζει ο σύγχρονος άνθρωπος. Όμως ο άνθρωπος, "από τη φυλογένεσή του, δεν είναι κατασκευασμένος όπως ο τερμίτης ή το μυρμήγκι, με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορεί να ανέχεται τη μετατροπή του σε στοιχείο ανώνυμο και απόλυτα εναλλάξιμο, ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλα, απολύτως ομοιόμορφα, άτομα" [55]. Στον άνθρωπο είναι ισχυρή η τάση να εκφράσει την ατομικότητά του, την ιδιαιτερότητά του. "Εκείνος που κατοικεί σ' ένα καφάσι, σ' ένα μπλοκ από κατοικίες για ανθρώπινα υποζύγια, δεν διαθέτει πια παρά μόνο ένα μέσο για να διαφυλάξει τον αυτοσεβασμό του: ν' αγνοήσει αποφασιστικά την ύπαρξη των πολυάριθμων συντρόφων του στην αισθητική αθλιότητα και να απομονωθεί τελείως από τους γείτονές του". Με τον τρόπο αυτό, ο σύγχρονος ο άνθρωπος φτάνει στην απομόνωση και την αδιαφορία προς τον πλησίον [56].
 γ) Ο αγώνας δρόμου κατά του εαυτού μας: Κάτω από την πίεση που ασκεί ο αχαλίνωτος ανταγωνισμός, ο άνθρωπος έχει ριχτεί σ' έναν αγώνα δρόμου να προλάβει τον εξοντωτικό ρυθμό της τεχνολογικής προόδου. Ο αγώνας αυτός κάνει τους ανθρώπους τυφλούς προς όλες τις αληθινές αξίες και τους στερεί το χρόνο που χρειάζονται για στοχασμό. "Ο ανταγωνισμός μεταξύ των ανθρώπων έρχεται σε άμεση αντίθεση (πράγμα που δεν έγινε ποτέ με κανένα βιολογικό παράγοντα) προς όλες τις δημιουργικές και αιώνιες δυνάμεις της φύσης, καταστρέφοντας με διαβολική χαιρεκακία, τις περισσότερες αληθινές και αμετάβλητες αξίες, που ο ίδιος δημιούργησε, στο όνομα υπολογισμών καθαρά και μόνο εμπορικών" [57].
"Υπό την πίεση αυτού του διανθρώπινου ανταγωνισμού, εκείνο που είναι καλό για ολόκληρη την ανθρωπότητα, ακόμα και εκείνο που είναι χρήσιμο και καλό για κάθε άτομο, έχει παραμεριστεί. Η συντριπτική πλειοψηφία των συγχρόνων μας δεν αποδίδει πια σημασία παρά μόνο στην επιτυχία, σ' εκείνο που μας δίνει τη δυνατότητα να παραγκωνίσουμε τους άλλους, στον ξέφρενο ανταγωνιστικό δρόμο ταχύτητας".
Μέσα στον ανταγωνισμό είναι που αποκτούν πλέον το νόημά τους ο χρόνος και το χρήμα. Το χρήμα από μέσο γίνεται σκοπός, αξία αυθύπαρκτη. Το ίδιο συμβαίνει και για τον χρόνο. "Time is money" σημαίνει ότι εκείνος που αποδίδει απόλυτη αξία στο χρήμα υπολογίζει με τον ίδιο τρόπο, κάθε δευτερόλεπτο του χρόνου που εξοικονομεί". Σ' αυτόν τον τρόπο βίωσης του χρόνου καλείται να υπακούσει ο μετασχηματισμός της φύσης και η μεταμόρφωση του περιβάλλοντος: αυτόματα εργοστάσια, ταχύτερα αεροπλάνα, μεγαλύτερα αεροδρόμια, φαρδύτεροι δρόμοι για ταχύτερα αυτοκίνητα. "Κάθε δρόμος πρέπει να διαπλατυνθεί, κάθε στροφή να ανοίξει, τάχα για ασφάλεια, αλλά, στην πραγματικότητα μόνο για να μπορούμε να τρέχουμε πιo γρήγορα και, επομένως, πιo επικίνδυνα" [58].
Άμεσο ενδιαφέρον αυτών που μας κυβερνούν (άσχετα από πολιτικό προσανατολισμό) είναι "να προάγουν, μέχρι υπερβολής τα κίνητρα που ωθούν τους ανθρώπους στον ανταγωνισμό". Ποιά είναι τα κίνητρα αυτά; Η απληστία της ιδιοκτησίας ή της κοινωνικής προαγωγής, καθώς και  "το άγχος μήπως μας ξεπεράσουν οι άλλοι, το άγχος της φτώχειας, το άγχος μήπως γελαστούμε κατά τη λήψη μιας απόφασης ή μήπως δεν τα βγάλουμε πέρα, σε μια εξαντλητική κατάσταση" [59].
Όμως το άγχος, σε όλες τις μορφές του, "συμβάλλει ουσιαστικά στην υπονόμευση της υγείας του σύγχρονου ανθρώπου και στην πρόκληση της αρτηριακής υπέρτασης, της ατροφίας των νεφρών, στο πρόωρο έμφραγμα και σε διάφορες κυκλοφοριακές παθήσεις" [60]. Η αγχώδης βιασύνη συμβάλλει, στην αποστέρηση του ανθρώπου από τις βαθύτερες ανθρώπινες ιδιότητές του. Μία από αυτές είναι η σκέψη,  η αυτογνωσία. "Το ον που δεν γνωρίζει ακόμα τίποτα για την ύπαρξη του εαυτού του, είναι ανίκανο να αναπτύξει μια αφηρημένη σκέψη, μια γλώσσα με λέξεις, μια ηθική και υπεύθυνη συνείδηση. Το ον που παύει να σκέπτεται, διατρέχει τον κίνδυνο να χάσει όλες αυτές τις ικανότητες και τα καθαρά ανθρώπινα προσόντα του" [61].
 Ο αγώνας δρόμου του ανθρώπου με τον εαυτό του, ο οικονομικός ανταγωνισμός της ανθρωπότητας με τον εαυτό της, είναι μια υπόθεση αδιέξοδη που οδηγεί στον αφανισμό, ακόμα και αν δεχτούμε, με αδικαιολόγητη αισιοδοξία, ότι ο υπερπληθυσμός της γης δεν θα συνεχίσει ν' αυξάνεται με τον σημερινό ρυθμό. Γράφει ο Λόρεντς: "Κάθε ομοιόσταση [διατήρηση της ευστάθειας ανάμεσα στα στοιχεία ενός οργανισμού ή μιας ομάδας] με θετική [προσθετική] ανατροφοδότηση (feedback) οδηγεί, αργά ή γρήγορα, στην καταστροφή. Και η διαδικασία, για την οποία μιλάμε, περιλαμβάνει πολλές τέτοιες ομοιοστάσεις. Εκτός από την επιλογή που συντελείται στο εσωτερικό του εμπορικού κόσμου, με σκοπό να επιταχύνει ολοένα περισσότερο το ρυθμό εργασίας, βρίσκουμε άλλο ένα κύκλωμα ανάδρασης. [...]. Το κύκλωμα αυτό προκαλεί τη βαθμιαία αύξηση των αναγκών της ανθρωπότητας" [62]. Διατηρώντας αναλλοίωτο αυτό το σύστημα, "ο ευδαιμονισμός που προκύπτει από το φαύλο κύκλο: αυξημένη παραγωγή-αυξημένες ανάγκες, θα επιφέρει, αργά ή γρήγορα, μεγάλες ζημιές στα δυτικά κράτη και ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες". Ο πληθυσμός των κρατών αυτών δεν θα μπορεί πια να συναγωνιστεί τους λιγότερο κακομαθημένους κατοίκους της Ανατολής. Επομένως "αποτελεί, πολύ κοντόφθαλμη πολιτική των δυτικών κεφαλαιοκρατών, να συνεχίζουν τη σημερινή μέθοδό τους: να αμείβουν τον καταναλωτή, ανεβάζοντας συνεχώς το *βιοτικό επίπεδό* του και κατευθύνοντάς τον έτσι στη συνέχιση του αχαλίνωτου ανταγωνισμού προς τον πλησίον του" [63]
δ) Η συγκινησιακή και συναισθηματική φθορά: Ο άνθρωπος ανήκει στα έμβια όντα (ζώα), που είναι ικανά να σχηματίσουν και ν' αναπαράγουν σε σχέση με το περιβάλλον τους εξαρτημένες αντιδράσεις του κλασικού τύπου του Παβλόφ. Για να συμβεί αυτό είναι απαραίτητη η παρουσία και η βοήθεια δύο ειδών ερεθισμάτων, που ενεργούν ανταγωνιστικά: της ανταμοιβής (θετικής εκγύμνασης), που ενδυναμώνει μια προηγούμενη συμπεριφορά, και της τιμωρίας/απεξάρτησης (αρνητικής εκγύμνασης). που αποδυναμώνει ή αναστέλλει αυτή τη συμπεριφορά. Οι αντίθετες αρχές της ανταμοιβής και της τιμωρίας είναι αναγκαίες προκειμένου να κάνει ο συγκεκριμένος άνθρωπος το ζύγισμα ανάμεσα στην τιμή που πρέπει να πληρώσει και στο αναμενόμενο κέρδος. Τα ερεθίσματα αυτά προσφέρουν το μεν πρώτο ένα αίσθημα ευχαρίστησης, το δε δεύτερο ένα αίσθημα δυσαρέσκειας [64].
Κάθε εκμάθηση μιας συμπεριφοράς, που ενδυναμώνεται με την ανταμοιβή, κάνει τον οργανισμό να αντέχει σε επίπονες καταστάσεις, για χάρη της ευχαρίστησης που πρόκειται να ακολουθήσει. Συγχρόνως όμως, οι μηχανισμοί αναστολής ή απεξάρτησης από τη συμπεριφορά, αποτελούν αντίβαρο προς τις διεγέρσεις της ευχαρίστησης. Εμποδίζουν τον άνθρωπο, που αγωνίζεται για μια κατάσταση ερεθισμάτων ανταμοιβής, να κάνει θυσίες και να εκτίθεται σε κινδύνους δυσανάλογους προς την αναμενόμενη ωφέλεια. Ο οργανισμός δεν μπορεί να εξαναγκαστεί να πληρώσει υπέρογκη τιμή [65].
Το σύστημα ευχαρίστησης-απέχθειας σχηματίστηκε κατά τη διάρκεια της φυλογένεσης. Μέσα όμως στις συνθήκες της πολιτισμικής ζωής του ανθρώπου, οι μηχανισμοί αυτού του συστήματος ενδέχεται να οδηγήσουν σε ανωμαλίες επικίνδυνες για την οικονομία αυτού του συστήματος.
Με βάση το μηχανισμό ευχαρίστησης- απέχθειας, ήταν απόλυτα φυσικό ο άνθρωπος να αναγκάζεται να αποφεύγει κάθε περιττή δαπάνη ενέργειας και κάθε κίνδυνο που μπορούσε. Όμως από το μακρινό παρελθόν οι σοφοί είχαν επισημάνει ότι αν ο άνθρωπος στο αγώνα του για  ευχαρίστηση και  αποφυγή του κόπου είχε πάρα πολύ μεγάλη επιτυχία, ήταν πιθανό η συνήθεια και ο κορεσμός να αμβλύνουν τη δραστικότητα του μηχανισμού. Ωστόσο, πολύ νωρίς οι άνθρωποι ανακάλυψαν ότι με έναν πολύπλοκο συνδυασμό ερεθισμάτων μπορούσαν "να αυξήσουν το αποτέλεσμα των τερψιγενών καταστάσεων και, με τη συνεχή εναλλαγή τους, να εμποδίσουν την τέρψη ν' αμβλυνθεί σε συνήθεια". Η ανακάλυψη αυτή που έγινε σε όλους τους μεγάλους πολιτισμούς, οδήγησε στη διαστροφή και στην αποχαύνωση [66].
 Η ανάπτυξη της σύγχρονης τεχνολογίας και ιδιαίτερα της φαρμακολογίας ευνοεί σε πρωτόγνωρο βαθμό την προσπάθεια του ανθρώπου να αποφύγει τις δυσάρεστες εμπειρίες. Χάρη στην προοδευτική κυριαρχία μας πάνω στο περιβάλλον έχουμε πάψει ν' αντιλαμβανόμαστε πόσο έχουμε γίνει εξαρτημένοι από τις σύγχρονες *ανέσεις*, γιατί τις θεωρούμε πια σαν κάτι αυτονόητο" [67]. Μέσα στις συνθήκες αυτές, "ο σύγχρονος άνθρωπος έχει μετατοπίσει την ισορροπία του συστήματος ευχαρίστησης- απέχθειας προς την κατεύθυνση της αυξανόμενης υπερευαισθησίας, απέναντι σε κάθε δυσμενή κατάσταση° ενώ η ικανότητα της απόλαυσης που αποκομίζει αμβλύνεται συνεχώς. [...]. Η αυξανόμενη έλλειψη ανοχής απέναντι στις δυσάρεστες εμπειρίες, συνδυαζόμενη με τη μειούμενη ελκυστικότητα της τέρψης, κάνει τους ανθρώπους να χάνουν την ικανότητα να εργαστούν σκληρά ενόψει της προοπτικής ενός μακρινού αποτελέσματος που υπόσχεται την ευχαρίστηση. Προκαλείται έτσι μια ανυπόμονη απαίτηση για άμεση ικανοποίηση κάθε επιθυμίας που υποβόσκει μέσα μας. Η λαχτάρα αυτή ευνοείται από μια κοινωνία όπου οι παραγωγοί σπρώχνουν το κοινό προς την κατανάλωση και όπου οι καταναλωτές δεν αντιλαμβάνονται μέχρι ποιό βαθμό έγιναν σκλάβοι των ευκολιών πληρωμής που προβλέπει το σύστημα της εξόφλησης με δόσεις" [68] .
 Η πιεστική ανάγκη άμεσης ικανοποίησης επιφέρει εξαιρετικά βλαβερές συνέπειες στον τομέα της σεξουαλικής συμπεριφοράς όπου όλοι οι λεπτοί διαφορισμένοι τύποι συμπεριφοράς στο ερωτικό ειδύλλιο και στο ζευγάρωμα εξαφανίζονται [69].
Η ευχαρίστηση χωρίς κόπο, η αποχαύνωση και η απουσία χαράς γίνονται τα συνήθη μοτίβα συμπεριφοράς. Επιζητούμε και μπορούμε να φτάσουμε στην ευχαρίστηση χωρίς να καταβάλουμε το τίμημα της δύσκολης και επίπονης εργασίας που απαιτείται. Όμως με τον τρόπο αυτό μπορούμε να φτάσουμε μεν στην ευχαρίστηση αλλά όχι και στη χαρά, η οποία προκύπτει απ' την αντιμετώπιση και το ξεπέρασμα συγκεκριμένων δυσκολιών. "Το να θελήσουμε να απομακρύνουμε από το δρόμο της χαράς κάθε πόνο, σημαίνει ν' αφαιρέσουμε ένα ουσιαστικό μέρος της ανθρώπινης ζωής" [70] [71].
 Καθώς η εξοικείωση με τους ερεθισμούς γίνεται ολοένα και πιο μεγάλη και τείνει να εξαφανίσει προοδευτικά την ικανότητα να δοκιμάζουμε την ευχαρίστηση. Έτσι συναντάμε ολοένα και περισσότερα "μλαζέ" άτομα [άτομα απαθή στη χαρά ή στο θαυμασμό- από κορεσμό] που ζουν στην αποχαύνωση και αναζητούν διαρκώς καινούργια ερεθίσματα. Φτάνουμε κατά συνέπεια στην παθολογική αγάπη του νεωτερισμού, στη νεοφιλία, που αφορά όλες τις σχέσεις του ανθρώπου με τον έξω κόσμο και τη συνεχή προσφυγή του σε οτιδήποτε νεοφανές [72].
 "Αυτή η εξασθένιση του συναισθήματος, με την θανάσιμη χαλαρότητα που ακολουθεί, φαίνεται να απειλεί, εντελώς ιδιαίτερα, όλες τις χαρές και τους πόνους, που γεννιούνται μαζί με την κοινωνικότητα του ανθρώπου, στις οποιεσδήποτε σχέσεις μας, στους δεσμούς μας με το σύντροφο του γάμου, με τα παιδιά μας, τους γονείς, τους φίλους και τους γνωστούς" [73].
 ε) Ο γενετικός μαρασμός: Ο άνθρωπος από την ίδια του τη φύση, τη φυλογένεσή του, είναι πολιτισμικό όν. Οι ενστικτώδεις παρορμήσεις του και ο συνειδητός έλεγχός τους από την κοινωνία, σχηματίζουν ένα ενιαίο σύστημα στο εσωτερικό του οποίου οι δύο αυτοί παράγοντες είναι συμπληρωματικοί. Μια ελάχιστη αύξηση ή μείωση της δόσης στη μια ή στην άλλη πλευρά, προκαλεί ανωμαλίες, πολύ πιο εύκολα, απ' όσο φαντάζονται όλοι όσοι έχουν την τάση να πιστεύουν στην παντοδυναμία της ανθρώπινης λογικής και της εκπαίδευσης. Ο βαθμός στον οποίο ο άνθρωπος κατορθώνει ν' αντισταθμίσει τα ένστικτά του και να κυριαρχεί πάνω σ' αυτά, είναι δυστυχώς πολύ περιορισμένος" [74]. Η δύναμη που ασκούν η λογική και η αίσθηση της ευθύνης δεν είναι απεριόριστη° μόλις που αρκούν στο φυσιολογικό άτομο για να του επιτρέψουν να πάρει τη θέση του στην κοινωνικο-πολιτιστική κοινότητα [75]. Το ατομικό ένστικτο και η κοινωνική ευθύνη δρουν ανταγωνιστικά πάνω στο εκκρεμές της προσωπικότητας. Και από τις δύο πλευρές του παραπάνω εκκρεμούς βρίσκονται αυθεντικές αξίες. Οι αξίες αυτές είναι: προς τα *αριστερά*, η αξία της ελεύθερης ανάπτυξης του ατόμου° προς τα *δεξιά*, η αξία της κοινωνικο-πολιτιστικής ισορροπίας. Οι πράξεις απανθρωπίας προέρχονται από υπερβολές που διαπράττονται και προς τη μία και προς την άλλη κατεύθυνση [76].
Η μυστηριώδης *αίσθηση του καλού και του κακού* είναι αγκυροβολημένη μέσα μας με ένα γενετικό πρόγραμμα, που μας ωθεί ν' αντιδράσουμε στην αντικοινωνική συμπεριφορά των ομοίων μας. Οι εγγενείς αντιδράσεις αποτελούν το βασικό θέμα που παραμένει αναλλοίωτο δια μέσου των αιώνων. Πάνω στο θέμα αυτό έχουν συντεθεί, σαν ισάριθμες μουσικές παραλλαγές, τα ηθικά και νομικά συστήματα που έχουν εμφανισθεί, ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, μέσα στους διάφορους πολιτισμούς [77]. Είναι γεγονός ότι η αυθόρμητη αίσθηση του καλού και του κακού μπορεί να προκαλέσει τόσα λάθη, όσα και οποιαδήποτε άλλη ενστικτώδης αντίδραση. Ωστόσο, η αυθόρμητη αυτή αίσθηση της δικαιοσύνης είναι εξίσου απαραίτητη για την κοινωνική μας συμπεριφορά όσο και ο θυροειδής αδένας για το ορμονικό μας σύστημα. Η τάση για εξάλειψη της έμφυτης αίσθησης της δικαιοσύνης, συνδυασμένη με τη σημερινή απόλυτη ανοχή, έχει επικίνδυνα αποτελέσματα που ενισχύονται και από το ψευδο-δημοκρατικό δόγμα σύμφωνα με το οποίο κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά είναι επίκτητη [78].
Ένα μεγάλο μέρος βέβαια της κοινωνικής ή αντικοινωνικής μας συμπεριφοράς προσδιορίζεται από το περιβάλλον: (1) από την αγαθοποιό ή κακοποιό επίδραση που ασκείται πάνω μας κατά τα πρώτα χρόνια της παιδικής μας ηλικίας από γονείς λιγότερο ή περισσότερο διαφωτισμένους (που έχουν συνείδηση των ευθυνών τους), και, ακόμα περισσότερο, (2) από την καλή ισορροπία της συναισθηματικής μας ζωής. Όμως άλλα τόσα πράγματα, αν όχι περισσότερα, καθορίζονται γενετικά [79].
 Η απορύθμιση της ηθικής συμπεριφοράς με τη συμβολή των παραγόντων που αναφέρθηκαν, δεν οδηγεί απλά και μόνο στην απουσία της αίσθησης του καλού και του αληθινού αλλά, το χειρότερο, σε μια ενεργητική εχθρότητα προς τις αξίες αυτές. Αυτός είναι ο λόγος που πολλές θρησκείες πιστεύουν σ' έναν εχθρό, έναν αντίπαλό του θεού. Αν ρίξουμε μια προσεχτική ματιά σε ό,τι συμβαίνει σήμερα στον κόσμο, θα δυσκολευτούμε να φέρουμε αντίρρηση σ' έναν πιστό που βεβαιώνει ότι έφτασε η ώρα του Αντίχριστου. Χωρίς αμφιβολία, ο εκφυλισμός της κληρονομικής κοινωνικής συμπεριφοράς αποτελεί το προοίμιο μιας Αποκάλυψης, ιδιαίτερα φρικιαστικής [80]
 στ) Η ρήξη με την παράδοση: Η εξέλιξη ενός πολιτισμού παρουσιάζει σημαντικές αναλογίες με τη φυλογενετική εξέλιξη ενός είδους. Η συσσωρευμένη παράδοση που βρίσκεται στη βάση της ανάπτυξης κάθε πολιτισμού, στηρίζεται σε επιτεύγματα ουσιαστικά νέα που δεν υπάρχουν στα ζώα: στην αφηρημένη σκέψη και στη γλώσσα- η οποία επιτρέπει τη δημιουργία συμβόλων και προσφέρει στον άνθρωπο μοναδικές δυνατότητες για τη μετάδοση των γνώσεων που απόκτησαν άλλοι άνθρωποι. Χάρη σ' αυτή τη μεταβίβαση των επίκτητων ικανοτήτων ένας πολιτισμός προοδεύει πολύ ταχύτερα απ' ό,τι η φυλογένεση ενός είδους. Οι διαδικασίες με τις οποίες ένας πολιτισμός οικειοποιείται και συγκρατεί μια καινούργια γνώση είναι διαφορετικές από τις διαδικασίες μεταβολής του είδους. Όμως η μέθοδος με την οποία πραγματοποιείται η επιλογή των διατηρητέων γνώσεων είναι η ίδια στη φάση της ανάπτυξης του πολιτισμού και του είδους. Συγκεκριμένα, η επιλογή και στις δύο περιπτώσεις γίνεται ύστερα από πλήρη δοκιμασία [81].
Η διατήρηση των επίκτητων γνώσεων είναι πιο σημαντική από την απόκτηση νέων. Χάρη στις μελέτες που έγιναν στον τομέα αυτό μπορούμε να διακρίνουμε ποιά από τα ήθη και τα έθιμα, που μας μεταβίβασε η παράδοση, πρέπει να ξεφορτωθούμε σαν άχρηστες δεισιδαιμονίες και ποιά, αντίθετα, μας είναι απαραίτητα στην πολιτιστική κληρονομιά μας [82]. Θα ήταν σφάλμα να πιστέψουμε ότι το ουσιαστικό κεφάλαιο της ανθρώπινης γνώσης συνίσταται μόνο σ' εκείνο που μπορούμε να καταλάβουμε ορθολογικά ή ακόμα, σ' εκείνο που μπορούμε ν' αποδείξουμε επιστημονικά. Το σφάλμα αυτό συνεπάγεται ολέθριες συνέπειες. Οδηγεί την επιστημονικά μορφωμένη νεολαία να πετάξει στη θάλασσα τον τεράστιο θησαυρό της σοφίας και των γνώσεων που περικλείουν οι παραδόσεις όλων των αρχαίων πολιτισμών και τα διδάγματα των μεγάλων θρησκειών [83]. "Όποιος αρνείται συστηματικά κάθε αξία της παραδοσιακής σοφίας, υποπίπτει κατ' ανάγκη στο σοβαρό σφάλμα να πιστέψει ότι η επιστήμη είναι ικανή να δημιουργήσει από το μηδέν, με μόνη τη λογική της, έναν πλήρη πολιτισμό, με όλα όσα περιλαμβάνει. Μια τέτοια αντίληψη είναι ελαφρώς λιγότερο ανόητη από την αντίληψη ότι η επιστήμη μπορεί να τελειοποιήσει τον άνθρωπο με διάφορες επεμβάσεις στα γονίδια. Σ' έναν πολιτισμό η γνώση *αναπτύχθηκε* με επιλογή, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που αναπτύσσεται σ' ένα ζωικό είδος [84].
 Η απίστευτη υποτίμηση του μη ορθολογικού πολιτιστικού πλούτου και η υπερεκτίμηση όλων όσων είναι ικανός ο άνθρωπος ορθολογικά να παράγει (homo faber), αποτελούν παράγοντες που απειλούν με καταστροφή τον πολιτισμό μας [85]. Και οι παράγοντες αυτοί δεν είναι οι μόνοι.
"Η στάση του μεγαλύτερου μέρους των νέων απέναντι στους γονείς τους, χαρακτηρίζεται, σε μεγάλο βαθμό, από περιφρόνηση και υπεροψία, χωρίς να περιέχει ίχνος κατανόησης". Η σημερινή επαναστατημένη νεολαία αντιδρά, προς την πιο ηλικιωμένη γενεά, όπως θα αντιδρούσε μια πολιτιστική εθνότητα εναντίον μιας ξένης εχθρικής εθνότητας" [86].
Παρατηρείται στη νεολαία μια τάση για σχηματισμό ψευδο- ειδών. "Κάθε σαφώς διαφορισμένη εθνότητα έχει την τάση να θεωρεί τον εαυτό της σαν ιδιαίτερο είδος, και δεν παραδέχεται ότι τα μέλη των άλλων παρόμοιων πολιτιστικών μονάδων είναι ισάξια. Σε πολυάριθμες φυλές ιθαγενών η λέξη που χρησιμεύει για να δηλώσει την πατριά (το *κλαν*), είναι απλούστατα η λέξη *άνθρωποι* [87]. Το να σκοτώσει, όμως κάποιος ένα μέλος της γειτονικής φυλής, δεν σημαίνει ότι διαπράττει ανθρωποκτονία. Η συνέπεια του σχηματισμού ενός ψευδοείδους είναι εξαιρετικά επικίνδυνη, επειδή εξασθενίζει σε μεγάλο βαθμό τα εμπόδια για το φόνο ενός συνανθρώπου και ενισχύει την επιθετικότητα απέναντι στους αλλογενείς. Έτσι νοιώθουμε απέναντι των *εχθρών* ένα βαθύ μίσος και με τέτοια ένταση που μόνο απέναντι των συνανθρώπων μας μπορούμε να έχουμε, και ποτέ απέναντι σ' ένα άγριο ζώο. Μπορούμε να τους σκοτώσουμε με ήσυχη συνείδηση, αφού πιστεύουμε ότι δεν πρόκειται για πραγματικά ανθρώπινα πλάσματα (αφού μόνο η δική μας φυλή, η δική μας εθνότητα αποτελείται από ανθρώπους)" [88].
Η επιθετικότητα της νεολαίας προέρχεται από μια λειτουργική ανωμαλία της ανάπτυξης κατά την περίοδο της εφηβείας. "Στη διάρκεια αυτής της φάσης, ο έφηβος αρχίζει ν' αποσπάται από τις οικογενειακές παραδόσεις. Τις εξετάζει με κριτικό βλέμμα και αναζητεί άλλα ιδανικά και μια καινούργια ομάδα που να μπορεί να ασπαστεί τις αρχές της. Ο ενστικτώδης πόθος του να αγωνιστεί για ένα σκοπό επηρεάζει αυτή την επιλογή του. Κατά την περίοδο αυτή καθετί παραδοσιακό φαίνεται ενοχλητικό, καθετί το καινούργιο ελκυστικό. Θα μπορούσε να μιλήσει κανένας για *φυσιολογική νεοφιλία* [89]. Η διαδικασία αυτή έχει μεγάλη σημασία για τη διατήρηση του είδους και έχει εγγραφεί στο πρόγραμμα της ανθρώπινης συμπεριφοράς κατά τη διάρκεια της φυλογένεσης. Ο ρόλος της συνίσταται στο να κάνει πιο εύκαμπτη την υπερβολικά άκαμπτη μεταβίβαση των πολιτιστικών κανόνων συμπεριφοράς. Υπό την έννοια αυτή θα μπορούσε να συγκριθεί με την αλλαγή του κέλυφου στον κάβουρα, από το οποίο πρέπει ν' απαλλαγεί για να μπορέσει να μεγαλώσει. Αυτή τη φάση την περνάει ο κάβουρας όταν αλλάζει κέλυφος και ο νέος όταν βρίσκεται στη φάση της εφηβείας. [...]. Κανονικά, η περίοδος της φυσιολογικής νεοφιλίας ακολουθείται από μια φάση ανάκτησης της αγάπης προς τις παραδοσιακές αξίες. Η φυσιολογική νεοφιλία και η καθυστερημένη υπακοή σχηματίζουν, και οι δύο μαζί, ένα σύνολο που, ο ρόλος του, στη διατήρηση του συστήματος, συνίσταται στην απομάκρυνση των απαρχαιωμένων στοιχείων του παραδοσιακού πολιτισμού, τα οποία παρεμποδίζουν τη νέα ανάπτυξη, και στην ταυτόχρονη διατήρηση του ουσιαστικού και αναντικατάστατου μέρους της δομής [90].
 Αλλά οι ανωμαλίες που οδηγούν στο μίσος και στον πόλεμο μεταξύ των γενεών έχουν και άλλες αιτίες, τονίζει ο Λόρεντς. Δύο είναι οι κυριότερες: (1) οι αναγκαίες τροποποιήσεις και προσαρμογές στο όλο και αυξανόμενο πολιτιστικό απόθεμα που μεταβιβάζεται από γενεά σε γενεά. Καθώς ο ρυθμός- που η τεχνολογία επιβάλλει στο σύγχρονο πολιτισμό- επιταχύνεται, σημαντικό μέρος των παραδόσεων που τηρεί η σημερινή γενεά θεωρείται, δικαιολογημένα από τους νέους, εντελώς αναχρονιστική [91]. (2) Οι μεταβολές στις οποίες υπόκειται η δομή της οικογένειας, λόγω της αυξανόμενης επίδρασης της τεχνολογίας, συντελούν στη χαλάρωση των δεσμών μεταξύ γονέων και παιδιών (πράγμα που αρχίζει από τη βρεφική ηλικία). Όλα αυτά μαζί συντελούν, σε μεγάλο βαθμό, στο μαρασμό του αισθήματος συμπάθειας προς τους άλλους και στην αποστέρηση από τη σύγχρονη οικογένεια της ιεραρχικής συγκρότησης που εξασφάλιζε κάποτε τον σεβασμό στον γέροντα [92].
Η ψυχιατρική δέχεται ότι "εκείνο που σπρώχνει ένα συνεχώς αυξανόμενο αριθμό νεαρών προς τα ναρκωτικά, είναι η πλήξη και, προπαντός, η ανάγκη να ανήκουν σε μια ομάδα". Στο οντογενετικό στάδιο, η *φυσιολογική* πορεία (εκείνη δηλαδή που υπηρετεί καλύτερα την επιβίωση ενός συστήματος πολιτισμού) είναι να ενώνονται οι νέοι σε ομήλικες ομάδες στην υπηρεσία νέων ιδανικών και να ασχολούνται με ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις των κανόνων της παραδοσιακής συμπεριφοράς, αξιοποιώντας την πολιτιστική κληρονομιά των γονέων τους. Έτσι ο έφηβος γίνεται "ένα νέο κλωνάρι ενός αρχαίου πολιτισμού" [93]. Ως ον του πολιτισμού, ο άνθρωπος μπορεί να "αναγνωρίζει με τέλεια ικανοποίηση τον εαυτό του, μόνο μέσα σ' αυτό τον πολιτισμό και δια μέσου αυτού του πολιτισμού. Αν εμποδιστεί σ' αυτή την προσπάθειά του, τότε ικανοποιεί αυτή την ανάγκη του για ταυτότητα και συμμετοχή σε μια ομάδα,  προσφεύγοντας σ 'ένα υποκατάστατο" [94].
ζ) Η υποταγή στο δόγμα: "Το σύνολο των γνώσεών μας δεν αποτελεί παρά μια προοδευτική προσέγγιση προς μια εξω-υποκειμενική πραγματικότητα, που προσπαθούμε να τη γνωρίσουμε" [95]. Όλες μας οι γνώσεις δεν είναι παρά μια κατά προσέγγιση εικόνα του πράγματος *καθ' εαυτό*. Ωστόσο δεν μπορούμε να εμποδίσουμε τον εαυτό μας να δεχτεί ορισμένα γεγονότα σαν αληθινά, κάτι παρόμοιο με την πίστη. Πιστεύω για ορισμένα πράγματα, χωρίς να έχω την παραμικρή απόδειξη ότι η πεποίθησή μου είναι σωστή. "Έτσι, πιστεύω ότι το σύμπαν διέπεται από ένα σύνολο νόμων, δίχως αντιφάσεις, και που δεν παραβιάζονται ποτέ. Η πεποίθησή μου αυτή, εξαιρεί τα υπερφυσικά γεγονότα. Με άλλα λόγια, θεωρώ αυταπάτες τα οράματα που περιγράφονται από τους πνευματιστές ή από την παραψυχολογία" [96].
 Ο υποθετικός συλλογισμός ότι ορισμένα φαινόμενα είναι απλώς αληθινά, αποτελεί μια διαδικασία απαραίτητη για την επεξεργασία της ανθρώπινης γνώσης [97]. Ωστόσο, παρότι είναι φυσικό να αγαπάμε τις υποθέσεις μας, πρέπει, ασκώντας την αυτοκριτική μας και τη δημιουργική μας σκέψη, να αποφύγουμε το σφάλμα ν' αφήσουμε τον εαυτό μας να κλειστεί μέσα σε μια υπόθεση εργασίας [98]. Το ίδιο πρέπει να κάνουμε και με τις συνήθειες της σκέψης μας που αναπτύχθηκε κοντά σε σεβαστούς δασκάλους ή μέσα σε σχολές σκέψεις. Γιατί από τη στιγμή που ένας μεγάλος δάσκαλος ανακαλύψει μια νέα ερμηνευτική αρχή που διέπει μια "σχολή" σκέψης και οι μαθητές του μεταβληθούν σε οπαδούς, έχουν γίνει τα βήματα για το σχηματισμό ενός δόγματος. Το πρόσθετο αποφασιστικό βήμα γίνεται αν προστεθεί στα προηγούμενα ένας υπερβολικά μεγάλος αριθμός οπαδών, πράγμα που είναι δυνατό μέσα από τη διάδοση και εδραίωσή της ιδέας από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Με το σχηματισμό του δόγματος η θεωρία μεταβάλλεται σε πίστη και όποιος αρνείται να συμμορφωθεί σ' αυτή κατηγορείται ως αιρετικός [99]. Το δόγμα ανυψώνεται σε θρησκεία που δίνει στους οπαδούς της την υποκειμενική ικανοποίηση ότι κατέχουν μια βέβαιη γνώση που φέρνει τη σφραγίδα της Αποκαλύψεως [100]. Ο δογματισμός αυτός είναι επικίνδυνος. Αλλά "γίνεται πραγματικά σατανικός" όταν πετύχει "να συγκεντρώσει ανθρώπινα πλήθη, κράτη, ηπείρους ή ακόμα και την ανθρωπότητα ολόκληρη, γύρω από ένα ψεύτικο και διεστραμμένο δόγμα. Αυτός ακριβώς ο κίνδυνος μας απειλεί σήμερα" [101].
 Η πίστη στον μπεχαβιορισμό, τον οποίο σήμερα όλοι επικαλούνται για να στηρίξουν το ηθικό πρόταγμα ότι "όλοι οι άνθρωποι δικαιούνται τις ίδιες δυνατότητες (συνθήκες) ανάπτυξης", μετατρέπεται από τους δημαγωγούς σε ένα ψευδο- δημοκρατικό δόγμα που ισχυρίζεται ότι: "όλοι οι άνθρωποι θα γίνονταν ίσοι, αν μπορούσαν να αναπτυχθούν με τις ίδιες περιβαλλοντικές συνθήκες και θα γίνονταν μάλιστα άνθρωποι ιδεώδεις, αν οι συνθήκες αυτές ήσαν ιδεώδεις". Με το δόγμα αυτό "που κάνει να φαίνεται σαν ανεπιθύμητο καθετί που είναι ειδικά ανθρώπινο, οι ηγεσίες σε Αμερική, Σοβιετική Ένωση και Κίνα διευκολύνονται στη χειραγώγηση των μαζών [102].  Η πίστη στην *κατήχηση* βρίσκεται στη βάση πολλών θανάσιμων αμαρτημάτων που διαπράττει η πολιτισμένη ανθρωπότητα όχι μόνο ενάντια στη φύση αλλά ακόμα και ενάντια στην ανθρώπινη φύση, ειδικά και, κατά συνέπεια, ενάντια σ' όλη την ανθρωπότητα. Όταν μια παγκόσμια ιδεολογία και η πολιτική που προκύπτει από αυτή, στηρίζονται σ' ένα ψέμα, η ηθική και πολιτιστική κατάρρευση που απειλεί τις Η.Π.Α. και ολόκληρο το δυτικό κόσμο είναι επί σκηνής" [103].
"Κάτω η ατομικότητα", είναι το κεντρικό σύνθημα που κυριαρχεί° "οι άνθρωποι δεν μπορούν ή μάλλον δεν πρέπει πια να κουβαλούν μέσα τους κληρονομημένες ιδιότητες και κυρίως ιδιότητες που να προσδιορίζουν την κοινωνική συμπεριφορά ή τις κοινωνικές ανάγκες τους" [104]. Έτσι, "μέσα στο πιο τελειοποιημένο από άλλοτε σύστημα χειραγώγησης, οι άνθρωποι παρεμποδίζονται στην ατομική τους αυτοπραγμάτωση περισσότερο σήμερα από κάθε άλλη φορά" [105], [106].
 Η μόδα αποτελεί την πιο ακατανίκητη και πιο αποτελεσματική μέθοδο για τη χειραγώγηση των μεγάλων ανθρώπινων μαζών. Η χειραγώγηση αυτή έχει εισέλθει και στην επιστήμη. "Όχι μόνο η κοινή γνώμη, αλλά και η γνώμη των ίδιων των επιστημόνων τείνει, αναμφισβήτητα, να δώσει το προβάδισμα στις επιστήμες εκείνες που προεξάρχουν, μόνο από την άποψη μιας εκφυλισμένης κοινωνίας, αποξενωμένης από τη φύση, *καθοδηγούμενης*, αποκομμένης από τις παραδοσιακές αξίες, απογυμνωμένης από αισθήματα- μιας κοινωνίας που δεν πιστεύει πια παρά μόνο στις εμπορικές αξίες. [...]. Η *Big Science* (Η Μεγάλη Επιστήμη) δεν είναι καθόλου η επιστήμη που ενδιαφέρεται για τα σπουδαιότερα πράγματα της ανθρώπινης ψυχής ή της ανθρώπινης νόησης του πλανήτη μας, αλλά είναι εκείνη αποκλειστικά που υπόσχεται πολύ χρήμα ή μεγάλες ποσότητες ενέργειας, ή εκείνη που προσφέρει μεγάλη δύναμη, έστω κι αν πρόκειται για τη δύναμη της καταστροφής κάθε πραγματικά μεγάλου ή ωραίου δημιουργήματος" [107]. Οι σύγχρονοι επιστήμονες "πάσχουν σαν παιδιά του αιώνα μας, από τα συμπτώματα απανθρωπίας που παρουσιάστηκαν αρχικά παντού, στους μη επιστημονικούς πολιτισμούς". Υπάρχει μια χτυπητή αναλογία μεταξύ των πολιτιστικών ασθενειών γενικά και εκείνων που προσβάλλον ειδικά την επιστήμη. Και αν εξετάσουμε καλύτερα το πράγμα, θα δούμε ότι οι πολιτιστικές ασθένειες είναι η αιτία των ασθενειών που προσβάλλουν την επιστήμη" [108]
η) Τα πυρηνικά όπλα: To 8ο "αμάρτημα του πολιτισμού" μας, τέλος, είναι ο πυρηνικός εξοπλισμός που σε συνδυασμό με την απίστευτη συλλογική βλακεία της ανθρωπότητας, μας απειλεί με το ενδεχόμενο του πυρηνικού ολοκαυτώματος. Ο κίνδυνος αυτός φαίνεται πως μπορεί να αποτραπεί πιο εύκολα απ' ότι οι προηγούμενες εφτά απειλές [109].

                                                                         Συνεχίζεται

 ΑΝΑΦΟΡΕΣ- ΠΗΓΕΣ

[1] "Ο όρος σύστημα εκφράζει την αρχή του λειτουργικού συνδυασμού πόρων για να παραχθούν επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Ο συνδυασμός αυτός μπορεί να είναι μεγάλος ή μικρός, απλός ή εξαιρετικά σύνθετος, ενεργητικός ή δυνητικός, μοναδικός ή παράλληλος, νέος ή παλιός, στατικός ή δυναμικός. Το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα μπορεί να είναι σταθερό ή όχι, μοναδικό ή επαναλαμβανόμενο ή συνεχές, γεωγραφικά ή χωρικά προσδιορισμένο ή απεριόριστο στην εδαφική του έκταση, φυσικό ή συμβολικό, υλικό ή άυλο". Δες Exton: Η εποχή των συστημάτων, (Μετφ. Α. Αθανασίου),Αθήνα: Εκδ. Παπαζήση, 1972, σσ.19-21, 32-38.
[2]  Τα συστήματα μπορεί να διακριθούν σε φυσικά (τεχνικά) και σε μη φυσικά συστήματα.
[3]  Σε πολλά συστήματα συναντάμε ένα συνδυασμό των δύο ειδών [φυσικών, μη-φυσικών], σαν υποσυστήματα που στηρίζουν αμοιβαία το ένα το άλλο. "Τα συστήματα συνιστούν σημαντικά και με επιρροή στοιχεία του φυσικού και ψυχολογικού μας περιβάλλοντος. Και αν κερδίζουμε τα προς το ζην σα μέλη ενός συστήματος, τότε πραγματικά βλέπουμε ότι η ζωή μας προσδιορίζεται βαθύτατα από τις απαιτήσεις που επιβάλλει το σύστημα εσωτερικά πάνω σε εκείνους που βοηθούν τη λειτουργία του. Δες Exton. ό. π.
[4] Ο ενιαίος έλεγχος, η διεύθυνση, ο ανώτατος συντονισμός, η ολοκλήρωση των δραστηριοτήτων και κοινές βοηθητικές υπηρεσίες είναι μερικοί από τους παράγοντες που μπορούν να μετατρέψουν ένα σύνολο διαδικασιών σε σύστημα".
[5]  Jurgen Habermas, Legitimation crisis, (Tr. Thomas McCarthy), Cambridge; Polity Press, 1988, σ. 5.
[6]  Σε ένα φυσικό σύστημα, η επιδίωξη και ο τελικός σκοπός είναι ο μετασχηματισμός υλικών ή μια μετακίνηση. Τα μη φυσικά συστήματα ασχολούνται με άυλα αντικείμενα. Καθώς όμως η ανθρώπινη νόηση συνδέεται με τον εξωτερικό κόσμο μέσω των αισθήσεων ακόμα και οι πιό άυλες αξίες γίνονται "αισθητές" με φυσικούς όρους. Από αυτό συνάγεται ότι ένα σύστημα που πραγματεύεται άυλες καταστάσεις πρέπει να απασχολεί φυσικές εξουσίες. Τα άυλα εκφράζονται συμβολικά με γράμματα και αριθμούς, αλλά τα ίδια τα σύμβολα πρέπει να διακρίνονται με φυσικό τρόπο. Παίρνουν λ. χ. τη μορφή σημαδιών πάνω σε χαρτί ή σε φίλμ κλπ.
[7]  Τα συστήματα συνιστούν σημαντικά και με επιρροή στοιχεία του φυσικού και ψυχολογικού μας περιβάλλοντος. Και αν κερδίζουμε τα προς το ζην σα μέλη ενός συστήματος, τότε πραγματικά βλέπουμε ότι η ζωή μας προσδιορίζεται βαθύτατα από τις απαιτήσεις που επιβάλλει το σύστημα εσωτερικά πάνω σε εκείνους που βοηθούν τη λειτουργία του. Δες Exton. ό. π.
[8]  Talcott Parsons, "An approach to psychological theory in terms of the theory of action", στο Psychology: A Stydy of a Science, 7 τομ. S Koch, Ed.( New York, 1959), 3; 631. Επίσης, Politics and social structure, New York, 1969, σ. 33
[9]  Κατσούλης, ό. π. σσ. 83-84
[10] Σύμφωνα με τον Habermas, μιλάμε για συστημική ολοκλήρωση ενόψει των συγκεκριμένων πηδαλιουχικών αποδόσεων ενός αυτο- ρυθμιζόμενου συστήματος. Τα κοινωνικά συστήματα θεωρούνται ως κόσμοι ζωής που είναι δομημένοι συμβολικά. Μιλάμε για κοινωνική ολοκλήρωση σε σχέση με το σύστημα των θεσμών στο οποίο ομιλούντα και δρώντα υποκείμενα συσχετίζονται κοινωνικά. Για μια κοινωνική- επιστημονικώς αποδεκτή θεωρία της κρίσης πρέπει να βρεθεί η σύνδεση ανάμεσα στη συστημική ολοκλήρωση και την κοινωνική ολοκλήρωση. ό. π. σ. 4.
[11]  Aναφορικά με την κοινωνική-επιστημονική χρησιμότητα αυτής της έννοιας μπορεί να αντιπαρατεθεί, παρατηρεί ο Habermas, "ότι αυτή δεν συνυπολογίζει τις εσωτερικές αιτίες μιας *συστηματικής* υπερφόρτωσης [του συστήματος] σε πηδαλιουχικές ικανότητες (ή μιας "δομικής" ανεπιλυσιμότητας των πηδαλιουχικών προβλημάτων)", ό. π. σ.
[12]  ό. π. σσ. 2-3.
[13]  ό. π. 2.
[14]  Μέσα στα πλαίσια ενός κοινωνικού συστήματος, μιλάμε για κοινωνική ολοκλήρωση ανφερόμενοι στα συστήματα θεσμών με τα οποία τα ομιλούντα και δρώντα υποκείμενα σχετίζονται κοινωνικά. Μιλάμε επίσης για ολοκλήρωση του συστήματος έχοντας κατά νου τις συγκεκριμένες πηδαλιουχικές επιδόσεις ενός αυτο-ρυθμιζόμενου συστήματος. Habermas, ό. π. σσ. 4-5.
[15]  ό. π. σ. 3.
[16]  Νίκος Πουλαντζάς, Το Κράτος, Η Εξουσία, Ο Σοσιαλισμός, (Μετφ. Γ Κρητικός), Αθήνα: Θεμέλιο, 1982
[17]  C. Offe, "Krise und Krisenmanagement", στο M. Janicke, ed., Herrchaft und Krise, Opladen: 1973, σ. 197.
[18]  Κατσούλης, ό. π. σσ. 87-88.
[19]  ό. π. σ. 89
[20]  Jurgen Habermas, Legitimation crisis, (Tr. Thomas McCarthy), Cambridge; Polity Press, 1988, σσ. 20-24.
[21]  Κατσούλης κ ά, ό. π. σ. 85
[22]  ό. π. σσ. 91-92.
[23]  ό. π. σσ. 94-95
[24]  Ο E. Alvater διακρίνει την παγκόσμιο αγορά (Weltmarket): στην αγορά εμπορευμάτων (εμπορευματικό κεφάλαιο), στην αγορά του παραγωγικού κεφαλαίου (πολυεθνικές εταιρίες), και στην αγορά του χρήματος και της πίστης (χρηματιστικό κεφάλαιο). Η παγκόσμιος αγορά (εμπορευματικό, παραγωγικό και χρηματιστικό κεφάλαιο), μαζύ με τους διεθνείς πολιτικούς οργανισμούς: ΟΗΕ, GATT, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (IMF), Διεθνή Τράπεζα( World Bank), ΕΟΚ κτλ. συγκροτεί ένα σύστημα εξαρτήσεων και αλληλεπιδράσεων που συνθέτουν την έννοια του "Διεθνούς Συστήματος" (Weltsystem). Tο σύστημα αυτό, από το τέλος τουλάχιστον του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου έχει εισέλθει σε μια διαδικασία ολοκλήρωσης. Κατσούλης- Ράσκε, Τα πολιτικά κόμματα της Δυτικής Ευρώπης, Τομ.Α', Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής, 1990, σ. 101.
[25]  N. Kondratyev, The long waves in economic life, 1924/1926
[26]  J. Schumpeter, Konjukturzyklen. Eine theoritische, historische und statistische Analyse des kapitalistischen Prozesses, Gottin gen, 1939. Επίσης: Imperialism, and Social Classes: Τwo Essays, (Tr, Heinz Norden), New York: Kelley, 1955.
[27] G. Mensch, Das technologische Patt. Innovetionen uber winden gie Depression, Frankfurt, 1977.
[28] Κατσούλης, ό. π. σ. 99
[29]  E. Alvater, "Bruch und Formwandel eines Entwicklungsmodels", στο J. Hoffman (Hrg), Uberproduction, Unterkonsumtion, Repres sion, Hamburg: 1983. Επίσης: "Kredit und Hegemonie", στο M.Ja nicke (Hrg), Vor uns die Goldenen Neunzinger Jahre ?, Munchen, Zurich: 1985
[30]  Κατσούλης, ό. π. σσ. 105-106
[31]  Κατσούλης κ. ά, ό. π. σσ.74-75
[32]  Daniel Bell, The coming of post-industrial society, New York: Basic Books, Inc., Publishers, 1973.
[33]  Daniel Bell, Cultural contradictions of capitalism, New York: 1976
[34]  Κατσούλης, ό. π. σσ.110-116
[35]  R. Inglehart, The  silent revolution: Changes, values and political styles among Western Publics, 1977.
[36] Ο Maslow διακρίνει τις ανάγκες σε τέσσερες γενικές κατηγορίες τις οποίες ιεραρχεί σύμφωνα με τη σημασία που αντικειμενικά και υποκειμενικά έχουν για τον άνθρωπο: Πρώτες είναι στην ιεραρχία οι "φυσιολογικές/ βιολογικές ανάγκες" όπως: τροφή, νερό, κατοικία κλπ. Δεύτερες έρχονται οι "ανάγκες για ασφάλεια" όπως; επιβίωση, προστασία, πρόνοια για το μέλλον κλπ. Τρίτες, είναι οι "ανάγκες για αγάπη" όπως: επαφή, σχέσεις, συμπάθεια, κλπ. Τέταρτες, τέλος, είναι οι "ανάγκες για αναγνώριση/ αυτοεπιβεβαίωση" όπως: επιτυχία, ισχύς, γνώση, κύρος κλπ. Δες σχετικά: Maslow, Abraam. Motivation and personality. New York: Harper and Row,1954.
[37]  Fr. Lehner, Die "Stille Pevolution": Zur Theorie und Realitat des Wertwandels in hoschindustrialisierten Gesellschaften, στο Η. Klages, P. Kmetchiack (Hrg), Wertwandel und gesellschaftlicher Wandel, Frankfurt, New York: 1981.
[38] J. Raschke, Politik und Wertwandel in den westlichen Demok ratien, στο, A. PuZ. B36/1980. Επίσης: Burger und Parteinen. Ansicten und Analysen eine
r schwierigen Beziehung, Opladen, 1982.
[39]  Κατσούλης, ό. π. σ. 134-135
[40] Κόνραντ Λορεντς: Τα 8 θανάσιμα αμαρτήματα του πολιτισμού μας, (Μετφ. Α. Κοντοσιάνος, Θεώρ. Γ. Κρητικός), Αθήνα: Εκδ. Θυμάρι, 1979, σσ.19-20. Βιογραφικά: Διδάκτωρ της ιατρικής και της φιλοσοφίας (1928), υφηγητής της Συγκριτικής Ανατομίας και Ψυχολογίας των Ζώων (1937), καθηγητής της Γενικής Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο της Καινιξβέργης (1940), βραβείο Νόμπελ Ιατρικής και Φυσιολογίας (1973).
[41] Κόνραντ Λόρεντς, Η πίσω όψη του καθρέφτη: 'Ερευνα για μια φυσική ιστορία της ανθρώπινης γνώσης, (Μετφ. Μπάμπης Δερμιτζάλης, Θεώρ. Γιάννης Κρητικός), Αθήνα: Εκδ. Θυμάρι, 1982, σσ.276-277.
[42]  ό. π. σσ. 312-313.
[43]  Σύμφωνα με τον Λόρεντς: "Οι τελετουργίες που γεννήθηκαν στην πορεία της φυλογένεσης και της ιστορίας των πολιτισμών έχουν από κοινού τέσσερις βασικές λειτουργίες κι αυτές είναι που σημαδεύουν τόσο αλάθευτα τα προϊόντα της τυπικοποίησης με τη σφραγίδα της μορφικής αναλογίας". Οι λειτουργίες αυτές είναι: (1) η επικοινωνία -πρώτη και παλιότερη απ' όλες (λ.χ. συντονία από φυλογενετική άποψη, κίνηση πρόθεσης από πολιτισμική), (2) αναχέτηση και "παροχέτευση" της επικίνδυνης συμπεριφοράς σε διάφορα κανάλια (φυλογενετικά λ.χ. άμβλυνση της μαχητικής συμπεριφοράς, πολιτισμικά: ντροπή),, (3) η διαμόρφωση νέων και ισχυρότερων κινήτρων κοινωνικής συμπεριφοράς (φυλογενετικά λ.χ. ένα νέο τυπικοποιημένο σχήμα συμπεριφοράς αποκτά το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στο "μέγα κοινοβούλιο των ενστίκτων" του εξεταζόμενου είδους° πολιτισμικά: ευχαρίστηση από την επίδειξη δεξιοτήτων, τους "καλούς τρόπους", τα έργα τέχνης, τον κώδικα της ευγένειας και της ευπρέπειας υψωμένο σε ηθική θεωρία), και (4) η αποτροπή της διασταύρωσης [οι υπογραμμίσεις δικές μας] είτε ανάμεσα σε δύο είδη είτε ανάμεσα σε δύο πολιτισμούς. Υπάρχει ακόμα στο πλαίσιο αυτό μια λειτουργία που είναι χαρακτηριστικό αποκλειστικά της πολιτιστικής τυποποίησης. Πρόκειται για τη "δημιουργία ελεύθερων συμβόλων, που καθιερώνονται για την πολιτισμένη κοινωνία και που η υπεράσπισή τους ταυτίζεται με την υπεράσπιση αυτής της κοινωνίας", ό. π. σσ. 313-319.
[44]  ό. π. σ. 18.
[45]  Κόνραντ Λόρεντς, Η πίσω όψη του καθρέπτη, σ. 37.
[46]  ό. π. σ. 293.
[47]  ό. π. σσ.293-294.
[48]  ό. π. σ. 296.
[49]  ό. π. σσ.297-298.
[50]  Κόνραντ Λόρεντς, Τα 8 θανάσιμα αμαρτήματα του πολιτισμού μας, (Μετφ. Ανδρέας Κοντοσιάνος, Θεώρ. Γ. Κρητικός), Αθήνα: Εκδ. Θυμάρι, 1979.
[51]  ό. π. σσ.35-38.
[52]  ό. π. σσ. 49-50.
[53]  ό. π. σ. 187.
[54] 'Oπως επισημαίνει ο Λόρεντς: Η αναλογία είναι εντυπωσιακή ανάμεσα στην εικόνα, στην εναέρια όψη, ενός προαστίου μιας σύγχρονης πόλης και στην εικόνα ενός κακοήθους όγκου. "Το κύτταρο ενός κακοήθους όγκου διαφέρει πρώτα απ'όλα από το φυσιολογικό κύτταρο, κατά το ότι δεν διαθέτει πιά τη γενετική πληροφορία, που έχει ανάγκη για να διαδραματίσει το ρόλο του σαν χρήσιμο μέλος της κυτταρικής κοινότητας του σώματος. Κατά συνέπεια, συμπεριφέρεται σαν ένα μονοκύτταρο ζώο ή σαν ένα νεαρό εμβρυακό κύτταρο. Δεν διαθέτει την κατάλληλη εσωτερική δομή και διαιρείται με τρόπο υπερβολικό, πολλαπλασιαζόμενο χωρίς κανένα περιορισμό, έτσι ώστε ο ιστός του όγκου διηθείται και πλημμυρίζει τους υγιείς, μέχρι τη στιγμή εκείνη, ιστούς, για να τους καταστρέψει τελικά", ό. π. σσ. 53-54.
[55]  ό. π. σ. 53.
[56]  ό. π. σσ.49-54.
[57]  ό. π. σ. 62.
[58]  ό. π. σ. 63.
[59]  ό. π. σ. 64.
[60]  ό. π. σ. 64.
[61]  ό. π. σσ.65-66.
[62]  ό. π. σ. 67.
[63]  ό. π. σσ. 61-68.
[64]  ό. π. σ. 71.
[65]  ό. π. σσ.73-74.
[66]  ό. π. σσ.71-79.
[67]  ό. π. σ. 79.
[68]  ό. π. σ. 80.
[69]  ό. π. σ. 81.
[70]  ό. π. σ. 83.
[71]  ό. π. σ. 84.
[72]  ό. π. σ. 85.
[73]  ό. π. σ. 83.
[74]  ό. π. σ. 101.
[75]  ό. π. σ.100.
[76]  ο. π. σ. 104.
[77]  ό. π. σ. 105.
[78]  ό. π. σ. 107.
[79]  ό. π. σ. 107
[80]  ό. π. σ. 117.
[81]  ό. π. σσ. 121-122.
[82]  ό. π. σσ. 123-124.
[83]  ό. π. σ. 124.
[84]  ό. π. σ. 125.
[85]  ό. π. σ. 125.
[86]  ό. π. σ. 125.
[87] Κλάν: Πατριά (ομάδα γύρω από τον πατέρα-αρχηγό, όου όλοι οι απόγονοι ενσωματώνονται στην ίδια ενότητα, με αυστηρή ιεράρχηση).
[88]  ό. π. σσ. 127-128.
[89]  ό. π. σ. 131.
[90]  ό. π. σσ. 132-133.
[91]  ό. π. σ. 134.
[92]  ό. π. σ. 135.
[93]  ό. π. σ. 140.
[94]  ό. π. σ. 141.
[95]  ό. π. σ. 150.
[96]  ό. π. σσ. 151-152.
[97]  ό. π. σ. 153.
[98]  ό. π. σ. 155.
[99]  ό. π. σ. 156.
[100]  ό. π. σ.157
[101]  ό. π. σ. 158.
[102]  ό. π. σσ. 161-162.
[103]  ό. π. σσ.162-163.
[104]  ό. π..σ. 162.
[105]  ό. π. σ. 163.
[106]  'Οπως τονίζει ο Λόρεντς: "Ποτέ δεν ήταν τόσο πραγματικό [όσο σήμερα] το πνεύμα του κοπαδιού. Ποτέ οι δημαγωγοί δεν διέθεταν τόσο αποτελεσματική τεχνική της διαφήμισης. Ποτέ δεν είχαν στη διάθεσή τους τόσα μαζικά μέσα". Η ατομικότητα σε Δύση και Ανατολή τσακίζεται για να φτάσει τον "ιδεώδη τύπο" ανθρώπου. Κοινοί στόχοι, κοινά μέσα, κοινές μέθοδοι. "Αν λάβουμε υπόψη την ουσιαστική ομοιότητα των στόχων που προγραμματίζονται, δεν θα πρέπει να μας ξαφνιάσει το γεγονός ότι οι μέθοδες, με τις οποίες τα διάφορα *κατεστημένα* θέλουν να διαπλάσουν έναν τέλειο αντιπρόσωπο του *Americn way of life*, ή έναν ιδεώδη τύπο σοβιετικού δημοσίου υπαλλήλου, ή έναν οποιονδήποτε άλλο ιδεώδη τύπο ανθρώπου, οι μέθοδες αυτές είναι ουσιαστικά ίδιες σ' ολόκληρο τον κόσμο. Εμείς που ανήκουμε στον δυτικό κόσμο και που πιστεύουμε ότι είμαστε ελεύθεροι, δεν έχουμε πιά συνείδηση μέχρι ποιό βαθμό χειραγωγούμαστε από την προπαγάνδα που διεξάγουν τα μεγάλα εμπορικά τραστ", ό. π. σσ. 163-164.
[107]  ό. π. σσ. 168-169.
[108]  ό. π. σ.. 178.
[109]  ό. π. σ. 183.

ΤΕΛΟΣ



ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ     >    http://www.blogger.com/home?pli=1


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου